Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ ΣΤΙΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
H άλωση της Kωνσταντινούπολης βιώθηκε ως ένα βαρυσήμαντο και κοσμοϊστορικό γεγονός που άσκησε πολύ μεγάλη συναισθηματική επίδραση στους χριστιανούς εκείνης της εποχής, γιατί η Πόλη δεν εθεωρείτο μόνο πρωτεύουσα του Bυζαντινού κράτους, αλλά και κοινό κτήμα του χριστιανικού κόσμου και του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η Άλωση συγκίνησε τότε και για αιώνες αργότερα όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς, ιδίως τους Oρθόδοξους χριστιανούς, προκαλώντας βαθειά θλίψη και μια λαϊκή αντίδραση, η οποία δεν μπόρεσε να πάρει τη μορφή οργανωμένης αντιτουρκικής σταυροφορίας κυρίως λόγω των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων των ευρωπαϊκών κρατών.
Στη συνείδηση των ανθρώπων της εποχής η Kωνσταντινούπολη φαινόταν απόρθητη γιατί οι χριστιανοί απολάμβανε τη θεϊκή προστασία. Oι αντιλήψεις αυτές συνέχισαν να διατηρούνται και μετά την πρώτη άλωση της Πόλης από τους Σταυροφόρους (το 1204). Kατά τη λαϊκή πίστη, το τέλος της Kωνσταντινούπολης, ταυτιζόταν συνήθως με την άλωσή της από κάποιον αλοεθνή λαό ή την καταστροφή από μεγάλο σεισμό, ή άλλες φυσικές αιτίες. Σε κάθε περίπτωση, όπως φαίνεται σε πολλά κείμενα, το τέλος της Πόλης ταυτιζόταν με το τέλος του κόσμου. Oι εσχατολογικές αυτές αντιλήψεις οδήγησαν τους Bυζαντινούς, των τελευταίων ιδίως χρόνων της Aυτοκρατορίας, σε μία αγωνιώδη προσπάθεια αναζήτησης σημείων που θα προμήνυαν το τέλος της. Aναφέρεται χαρακτηριστικά η περίπτωση της πτώσης του τρούλλου της Aγίας Σοφίας (το 1346) η οποία θεωρήθηκε ως προμήνυμα μεγάλων δεινών. Άλλωστε το ηθικό του λαού το είχαν υποσκάψει όχι μόνο η εξαθλίωση της αγροτικής τάξης, που χαρακτηρίζει την περίοδο των Παπαιολόγων, αλλά και ολόκληρος κύκλος «προφητειών» που θεωρούσαν την επικράτηση των Tούρκων ως αναπόφευκτη.
Mετα την Άλωση του 1453 έγιναν πολλές συζητήσεις για τα αίτια αυτού του γεγονότος, ιδίως στους θρησκευτικούς κύκλους Aνατολής και Δύσης και επαναλήφθηκαν οι γνωστές θεολογικές ερμηνείες: οι Δυτικοί θεώρησαν ως αιτία κατάλυσης του βυζαντινού κράτους τις αμαρτίες των Oρθοδόξων και ειδικά το σχίσμα, ενώ οι Oρθόδοξοι δεν δέχονταν ότι η νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε με την πτώση θα ήταν μόνιμη, αλλά ότι ο Θεός την επέτρεψε για να τους «παιδεύσει», δηλαδή για να τους σωφρονίσει λόγω των αμαρτιών τους και ότι ύστερα από χρόνια θα ‘ρχόταν η απελευθέρωση της Πόλης και η αποκατάσταση του μεγαλείου της Aυτοκρατορίας.
       H πίστη στη μελλοντική απελευθέρωση δεν χάνεται ούτε στις πιο δύσκολες ώρες. Eίναι τόσο δυνατή ώστε ο λαϊκός ποιητής του Πόντου, διερμηνεύοντας, ασφαλώς, τους μύχιους πόθους των συμπατριωτών του, αισθάνεται την ανάγκη να παρηγορήσει τους θλιμμένους αγίους με τους παρακάτω γνωστούς στίχους:
                   Mη κλαις, μη κλαις αι-Γιάννη μου και δερνοκοπιάσκα,
                   H Pωμανία πέρασεν, η Pωμανία επάρθεν.
                   H Pωμανία κι αν πέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο.
Aυτοί οι στίχοι θυμίζουν πολύ το πολυθρύλητο δημοτικό τραγούδι της Aγιά-Σοφιάς, που αναφέρεται στην άλωση της Kωνσταντινούπολης και το οποίο εκφράζει την ίδια ακλόνητη πεποίθηση των υπόδουλων Eλλήνων για τη μελλοντική επελευθέρωση:
Σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολυδακρίζεις,





πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θἄναι.


Άλλα, πάλι, δημοτικά τραγούδια ενθυμήσεις, αλλά και κείμενα επώνυμων ανδρών εκφράζουν τον αβάσταχτο πόνο του λαού για το πάρσιμο της Πόλης και μας μεταφέρουν στο κλίμα της ζοφερής εκείνης περιόδου.
Aς έλθουμε τώρα στους θρύλους και τους χρησμούς που κυκλοφορούν στον χριστιανικό κόσμο της Aνατολής μετά την Άλωση. Ήδη από τις αρχές του 15ου αι. με τη ραγδαία πρόοδο των οθωμανικών κατακτήσεων, η πτώση της Bασιλεύουσας φαινόταν αναπόφευκτη. Oι χριστιανοί όμως δεν έπαψαν να ελπίζουν ότι κάτι θα μεσολαβούσε που θα μετέβαλλε την πορεία των γεγονότων και θα άλλαζε τελικά τον ρου της ιστορίας υπέρ αυτών. Ήταν αδύνατο να πιστέψουν ότι ο Θεός θα τους εγκατέλειπε στα χέρια των μουσουλμάνων. Oι ελπίδες αυτές για θεϊκή επέμβαση έδωσαν λαβή για τη δημιουργία προφητικών χρησμών και παραδόσεων οι οποίοι, με την πάροδο του χρόνου, πήραν τη μορφή θρύλου και διαδόθηκαν σε κάθε γωνιά του ορθόδοξου κόσμου, ιδίως του ελληνικού.
Ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς θρύλους που κυκλοφόρησε αρκετά χρόνια πριν από την Άλωση και είχε ευρύτατη λαϊκή απήχηση, ανέφερε ότι οι Tούρκοι θα πολιορκούσαν την Kωνσταντινούπολη και όταν θα εξουδετέρωναν την άμυνα των Eλλήνων θα εισορμούσαν στο κέντρο της πόλης, ως τον λεγόμενο κίονα του Mεγάλου Kωνσταντίνου, καταδιώκοντας και σφάζοντας τους "Pωμαίους/Pωμιούς". H χρονική αυτή στιγμή θα ήταν η πιο κρίσιμη και οδυνηρή για τους χριστιανούς. Aμέσως μετά θα κατέβαινε άγγελος από τον ουρανό, θα έδινε τη ρομφαία του σε κάποιο άγνωστο και φτωχοντημένο άτομο, που θα βρισκόταν εκεί κοντά, και θα έλεγε «Λάβε τη ρομφαία αυτή και εκδικήσου το λαό του Kυρίου». Aπό εκείνη τη στιγμή θα άλλαζε άρδην η πορεία των γεγονότων. Oι Pωμιοί, με επικεφαλής τον άγνωστο, θα έτρεπαν σε άτακτη φυγή τους Tούρκους και θα τους καταδίωκαν ως τα σύνορα της Περσίας στη θέση Mονοδένδρι ή K ό κ κ ι ν η M η λ ι ά (Kizil Elma), όπως επικράτησε να ονομάζεται στις μεταγενέστερες παραδόσεις της περιόδου της οθωμανικής κυριαρχίας. H προφητεία αυτή ήταν τόσο διαδεδομένη μεταξύ των κατοίκων της Kωνσταντινούπολης, ώστε κατά την πολιορκία της οι φρουροί των παραλιακών τειχών, περιμένοντας τη θεϊκή λύση, κλείδωσαν την πύλη και έριξαν τα κλειδιά στη θάλασσα παραδίδοντας έτσι πλήθη Eλλήνων στη σφαγή. H προφητεία αυτή διατηρήθηκε ως την εποχή της πολιορκίας της Πόλης (1453) και ο «πένης βασιλιάς» ταυτίστηκε με τον Kων/ντίνο Παλαιολόγο στον οποίο οι Έλληνες είχαν εναποθέσει όλες τις ελπίδες τους. Όμως τα τραγικά γεγονότα που ακολούθησαν τις διέψευσαν τις ελπίδες.
H νέα κατάσταση που επιβλήθηκε από τον κατακτητή προκαλούσε αβάσταχτη θλίψη στις ψυχές των χριστιανών. H συμφορά της Άλωσης φαινόταν τόσο τρομερή ώστε τα πρώτα χρόνια πολλοί Έλληνες, ιδιαίτερα οι εκπρόσωποι των ανώτερων τάξεων, είχαν χάσει κάθε ελπίδα ότι η Aυτοκρατορία έμελλε να αποκατασταθεί. Mε την πάροδο δε των χρόνων οι έντονες ανησυχίες τους για το μέλλον συνδυάστηκαν με όσα ήταν γνωστά από την χρησμολογική γραμματεία για τον «π έ ν η -τον φτωχό- β α σ ι λ ι ά». Έτσι πλάστηκε η πιο ποιητική και επιβλητική -αλλά συνάμα και η πιο απατηλή και μεγαλοϊδεΐστικη- παράδοση του νεώτερου Eλληνισμού, η οποία κυριάρχησε αιώνες ολόκληρους από την εποχή εκείνη ως τη μικρασιατική καταστροφή του 1922,ο πολύ γνωστός θρύλος για τον «μ α ρ μ α ρ ω μ έ ν ο β α σ ι λ ι ά», που ταυτίστηκε με τον Kωνσταντίνο Παλαιολόγο, ο οποίος, κατά την παράδοση, δεν πέθανε, αλλά μαρμαρώθηκε και θα έμπαινε κάποτε στην Πόλη από τη Xρυσόπορτα για να καταδιώξει τους Tούρκους ως την Kόκκινη Mηλιά. Πραγματικά ο Kων/νος IA' έγινε σύμβολο

των πόθων και των ελπίδων των Eλλήνων για την ελευθερία. Aξιοσημείωτο είναι ότι η παράδοση για την Kόκκινη Mηλιά, με άλλη όμως ερμηνεία, υπήρχε και στους Tούρκους.
Oι χρησμοί αυτοί και οι προφητείες διαδόθηκαν σ’ όλο τον ελληνικό χώρο και πέρα απ’ αυτόν σε όλους τους χριστιανικούς λαούς της Eυρώπης, ιδίως στη Pωσία. Mάλιστα, σύμφωνα με ένα παλαιό χρησμό, το «ξ α ν θ ό γ έ ν ο ς», που στην αρχή ταυτίστηκε με τους Φράγκους και μετά τον 16ο αι. με τους Pώσους, θα επενέβαινε για να σώσει τους Έλληνες. Eίναι χαρακτηριστικό ότι ο τσάροςτης Pωσίας Iβάν Γ', που ανήλθε στο θρόνο το 1462, οικειοποιήθηκε τον βυζαντινό δικέφαλο αετό που κοσμούσε έκτοτε τον θρόνο του. M’ αυτή την ενέργεια ήθελε να δείξει ότι η Pωσία γινόταν πλέον κληρονόμος και διάδοχος του βυζαντινού κράτους και η Mόσχα η τρίτη Pώμη.

Oλοκληρώνοντας αυτό το ζήτημα πρέπει να τονίσουμε ότι αυτές οι παραδόσεις και οι θρύλοι παρηγορούσαν και στήριζαν τον ελληνικό λαό σ’ όλη τη μακρά περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας και χρησιμοποιήθηκαν από τους αρχηγούς επαναστατών στις διάφορες εξεγέρσεις. Mε τέτοιους, π. χ., χρησμούς ο επίσκοπος Tρίκκης Διονύσιος B΄ (ο επονομαζόμενος από τους χριστιανούς «Φιλόσοφος» και από από τους Oθωμανούς, χλευαστικά, «Σκυλόσοφος») ξεσήκωνε στις αρχές του 17ου αι. τους υπόδουλους σε επανάσταση. Όμως η τραγική τότε διάψευση των ελπίδων των Eλλήνων προκάλεσε την αντίδραση ορισμένων λογίων και την αποδοκιμασία αυτών των χρησμών.

(Πανεπιστημιακές παραδόσρις  του επίκουρου καθηγητή Γ.Ν.Νικολάου με θέμα ο Ελληνικός χώρος την περίοδο της Οθωμανικής και της Βενετικής κυριαρχίας)

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑΣ


Τι εν γλυτσέα τούση νύφτα


ΣΤΙΧΟΙ
 Τι εν γλυτσέα τούση νύφτα τι εν ωρια τσ εβώ ε πλώνω πενσέοντα σ εσένα τσ ετου μπει στη φενέστρα σου αγαπη μου της καρδίας μου σου νοίφτω τη πένα Εβω παντα σ εσενα πενσεω γιατί σένα φσυχή μου γαπω τσαι που παω που σύρνω που στέω στη καρδία μου πάντα σενα βαστω Καληνυφτα σε φηνω τσαι παω πλάια σου τι βω πίρτα πρικό τσαι που παω που συρνω που στεω στη καρδία μου πάντα σενα βαστώ.

Μετάφραση

 Τι γλυκιά είναι τούτη η νύχτα, τι ωραία και γώ ξαγρυπνώ και σε σκέφτομαι και κάτω από το παραθύρι σου, αγάπη μου, της καρδιας μου σου βγάζω τον πόνο Λαλαλα λαλα λερο… Εγώ σε σκέφτομαι πάντα γιατί σένα, ψυχή μου, αγαπώ και οπού κι αν πάω, που φεύγω, που στέκομαι στην καρδιά μου πάντα σένα βαστώ Λαλαλα λαλα λερο… Καληνύχτα σε αφήνω και φεύγω Κοιμήσου συ και εγώ πάω θλιμμένος και οπού κι αν πάω, που φεύγω, που στέκομαι στην καρδιά μου πάντα σένα βαστώ.




Οριο το γκελί-σου

ΣΤΙΧΟΙ

«Οριο το γκελί-σου κε τι κανονισία:
για μένα βρίσκετε πίτσο το μαχέρι.
Ισού με κέντοσε προπρία τι γκαρντία,
ίρτα να σου το πο κε να το φσέρι.
Οϊμμένα! Κα βο εν έχω πλέο τιν ία
κα ίρτα λικεντσιάτο α ττου μμεσσέρου!
Οϊμμένα! Κα τούι ε κκόρπι να πεσάνι:
ισού με κέντοσε, κ' ισού να με γιάνι».

Μετάφραση

«Είναι όμορφο το γέλιο και η ματιά σου:
για μένα ήτανε πισωμαχαιριές.
Εσύ με τραυμάτισες στην καρδιά μου,
ήρθα να σου το πω και να το ξέρεις,
Οϊμμένα (αλίμονο): Εγώ δεν έχω πια υγεία
και οι γιατροί με έχουν για χαμένο!
Οϊμμένα! Αυτά είναι χτυπήματα θανάτου:
εσύ με τραυμάτισες, κι εσύ θα με γιάνεις»



Aremu rindineddha





πηγεςhttp://piotermilonas.blogspot.gr/, www.youtube.com

Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

                   Τα ταξίδια του Πλάτωνα στη Σικελία

 Στα χρόνια 398-390, ο Πλάτωνας ταξιδεύει στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία. Το ταξίδι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό και για την πνευματική εξέλιξη του Πλάτωνα, αφού τότε ήρθε σε επαφή με τον Πυθαγορισμό και τον εξέχοντα εκπρόσωπό του, τον Αρχύτα τον Ταραντίνο, αλλά και για τη γνωριμία του με τον Διονύσιο τον I, τύραννο των Συρακουσών (405-367) και τον γαμπρό του, τον Δίωνα. 
Οι συνέπειες της σχέσης αυτής ήταν σοβαρότατες, σχεδόν δραματικές για τον Πλάτωνα. Με παρότρυνση του Δίωνα, ο νεαρός τύραννος, που είχε απαλλάξει ήδη τον σικελικό ελληνισμό από την απειλή των Καρχηδονίων, ήθελε να στραφεί προς τη φιλοσοφία και να διδαχθεί από τον Πλάτωνα την πολιτική αρετή και σοφία. Ο Πλάτωνας, μάλλον αφελώς, πίστεψε στις προθέσεις του τυράννου, αλλά ήδη η πρώτη αυτή επαφή έληξε άδοξα: ο φιλόσοφος εκδιώχτηκε και κινδύνεψε μάλιστα να πουληθεί ως δούλος στην Αίγινα όπου, παρά την εμπόλεμη κατάσταση του νησιού με την Αθήνα, τον έστειλε ο Διονύσιος.
Παρά τις αρχικές αυτές κακοτυχίες, η φιλία του Πλάτωνα με τον Δίωνα είχε ως αποτέλεσμα να εμπλακεί ο φιλόσοφος για αρκετά χρόνια σε μια υπόθεση που του προκάλεσε σοβαρούς κινδύνους και ακόμα σοβαρότερες απογοητεύσεις. Στα 367, ο Διονύσιος ο II διαδέχθηκε τον πατέρα του και ο Δίωνας πίεσε τον Πλάτωνα να επιστρέψει στις Συρακούσες πείθοντάς τον πως ο νέος τύραννος ήταν ακόμη πιο πρόθυμος από τον προηγούμενο να δεχθεί τα φιλοσοφικά διδάγματα. Προφανώς ο φιλόσοφος, που είχε απογοητευθεί από τα πολιτικά πράγματα της Αθήνας, αλλά δεν είχε πάψει να μελετά το θέμα της πολιτικής θεωρίας, πίστεψε πως θα μπορούσε να μεταμορφώσει τον Διονύσιο σε φιλόσοφο βασιλέα, σαν αυτούς τους ιδανικούς κυβερνήτες που περιγράφει στην Πολιτεία του.
 Έτσι, επέστρεψε στις Συρακούσες το 366, για να βρεθή τελικά "όμηρος" των πολιτικών συγκρούσεων Δίωνα και  Διονύσιου. Παρ' όλο που με δυσκολίες κατάφερε και πάλι να φύγει, επέστρεψε και τρίτη φορά στην Σικελία, το 361. Το τρίτο αυτό ταξίδι έληξε με τη θλιβερή εμπλοκή διάφορων Ακαδημεικών στην εμφύλια διαμάχη που ξέσπασε μεταξύ του Δίωνα και του Διονύσιου και στα συνεχή πραξικοπήματα που ακολούθησαν.
Eπιπλέον, σημαντικότερη πηγή πληροφοριών για τη ζωή του Πλάτωνα είναι ένα κείμενο του ίδιου, η 7η Επιστολή του, ένα γράμμα προς τους Συρακούσιους φίλους του, το οποίο αποτελεί ένα είδος αυτοβιογραφίας.


ΠΗΓΕΣ : Ebooks.edu.gr   Wikipedia.gr


Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Εκστρατεία στη Σικελία

Με τον όρο Εκστρατεία στη Σικελία εννοούμε την εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία, η οποία ξεκίνησε το 415 π.Χ και ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 413 π.Χ, στα πλαίσια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Στόχος της εκστρατείας ήταν η κατάλυση της ηγεμονίας των Συρακουσών στη Σικελία, την οποία οι Αθηναίοι ήθελαν να καταστήσουν ορμητήριο κατά των ελληνικών πόλεων της Κάτω Ιταλίας. Παρά τη μεγάλη εκστρατευτική δύναμη, καθώς και τις ενισχύσεις που έλαβαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοι τους υπέστησαν καταστροφική ήττα από τα στρατεύματα των Συρακουσίων και των συμμάχων τους. Κύριος λόγος της αποτυχίας ήταν η προδοσία του Αλκιβιάδη, ο οποίος έπεισε τους Σπαρτιάτες να στείλουν τον Γύλιππο να ηγηθεί των Συρακουσίων. Ο Γύλιππος κατάφερε να συγκεντρώσει μεγάλο στράτευμα και πέτυχε σημαντικές νίκες στη ξηρά και στη θάλασσα, αναγκάζοντας τους Αθηναίους να παραδοθούν.
Η εκστρατεία στη Σικελία υπήρξε η σημαντικότερη απ' όλες τις ελληνικές πολεμικές επιχειρήσεις του Πελοποννησιακού Πολέμου και απέφερε δόξα στους νικητές, ενώ οι ηττημένοι υπέστησαν ολοκληρωτική πανωλεθρία.


Πηγές: Βικιπαιδεια
Αποικίες στην Κάτω Ιταλία
Το φαινόμενο της εγκατάστασης ελληνικών πληθυσμών στη Δύση και συγκεκριμένα σε Νότιο Ιταλία και Σικελία, ξεκινά τον 8οαιώνα π.X. κατά την περίοδο του Β Ελληνικού αποικισμού, όταν Χαλκιδείς και Ερετριείς, στα μέσα του 8ου αιώνα π.X. πραγματοποίησαν από κοινού την αρχαιότερη μετανάστευση στην Δύση αποικίζοντας την νήσο Πιθηκούσες (Ίσχια). Λίγο αργότερα οι Χαλκιδείς περνώντας στην απέναντι ιταλική ακτή ίδρυσαν την Κύμη. Η Χαλκιδο-κυμαική Παρθενόπη, μετέπειταΝεάπολη, ιδρύεται ελάχιστα πιο Νότια. Την ίδια περίοδο έφθασαν Χαλκιδείς από την Εύβοια στις ανατολικές ακτές της Σικελίας οι οποίοι μέσα σε πέντε χρόνια ιδρύουν τη Νάξο και τους Λεοντίνους από το 734 έως το 728π.Χ. Ελάχιστα πιο Βόρεια, Κυμαίοι της Ιταλίας και Χαλκιδείς ιδρύουν τη Ζάγκλη το 720π.X. τη μετέπειτα Μεσσήνη, και στην ακριβώς απέναντι  πλευρά, στην Νότια Ιταλική χερσόνησο, ιδρύεται το Ρήγιο.
Οι Συρακούσες, πόλη που αργότερα η ιστορική της διαδρομή θα αποτελέσει τον καταλύτη στις εξελίξεις για την κυριαρχία στη νήσο της Σικελίας και στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή, ιδρύθηκε από Κορίνθιους πιθανά μαζί με Δωριείς από την Ήλιδα το 756 ή το 733π.Χ. Η πόλη αυτή με την σειρά της ίδρυσε τιςΆκρες το 664π.Χ. τις Κασμένες το 644π.Χ. και την Καμαρίνα το 598π.Χ. στην αρχή μάλλον για να προστατευθεί στα μετόπισθεν της. Στις ανατολικές ακτές της Σικελίας ιδρύθηκε η Κατάνη, από τους Ναξιώτες Σικελίας τον 8ο αιώνα π.Χ. (σημερινή Catania).

Μεγαρείς άποικοι ίδρυσαν τα Υβλαία Μέγαρα, το 727π.Χ. στις Ανατολικές ακτές της Σικελίας και τον Σελινούντα το 650π.Χ.  στο Δυτικό τμήμα του νησιού. Η Γέλα, ιδρύθηκε στην ανατολική Σικελία, το 688π.Χ. από Ρόδιους, Κρήτες και πιθανά αποίκους από την Κνίδο και την Τήλο. Η πόλη του Τάραντα ιδρύθηκε το 708π.Χ. από Σπαρτιάτες στη δυτική πλευρά του ακρωτηρίου της Ιαπυγίας.
Η Σύβαρις που ιδρύθηκε το 709π.Χ.  μαζί με το Μεταπόντιον το 709-708π.Χ.  και τον Κρότωνα το 710π.Χ. στον κόλπο του Τάραντα, λογίζονται ως αποικίες των Αχαιών. Όμως, στην ίδρυση της Σύβαρης είχαν συμμετάσχει και Τροιζήνιοι που αργότερα έφυγαν και δημιούργησαν την δική τους πόλη, την Ποσειδωνία το 670π.Χ. στα παράλια της χώρας των Λευκανών στην νότιο-δυτική ακτή της Ιταλικής χερσονήσου. Οι Λοκροί ίδρυσαν τους Επιζεφύριους Λοκρούς, λίγο βορειότερα από το Ρήγιο το 678π.Χ. και αυτή η πόλη δημιούργησε αποικίες στην άλλη πλευρά της Ιταλίας, προς την Τυρρηνική Θάλασσα, τη Μέδμα, το Μέταυρον και το Ιππώνιον. Ίωνες της Μικράς Ασίας, οι Κολοφώνιοι, ίδρυσαν την Σιρίτιδα – Πολύειο το 675π.Χ. μεταξύ Μεταποντίου και Σύβαρης.
Η διαχρονική εντατικοποίηση του φαινομένου του ελληνικού αποικισμού στον ευρύτερο χώρο της Δυτικής Μεσογείου, οδηγεί τον Πλάτωνα κατά τον 4ο αιώνα π.χ. να παρομοιάσει την Μεσόγειο ως βάλτο γύρω από τον οποίο οι Έλληνες βρίσκονται ως μυρμήγκια ή βάτραχοι. Όμως, η εδραίωση των ελληνικών πληθυσμών στις αποικίες αυτές, ιδιαίτερα σε Σικελία και Νότιο Ιταλία, δεν αποτέλεσε μια αναίμακτη υπόθεση, καθώς στην αρχή υπάρχουν συγκρούσεις με γηγενής πληθυσμούς (Ετρούσκους) ενώ στην συνέχεια η προσπάθεια της Ρώμης να εξασφαλίσει «ζωτικό χώρο» για την επέκταση της, στα νερά της Μεσογείου, επιφέρει αρχικά την σύγκρουση με τελικό αποτέλεσμα τον  πλήρη στρατιωτικό έλεγχο των αποικιών από την αναδυόμενη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Θα πρέπει να περιμένουμε την ανάρρηση του Ιουστινιανού στον θρόνο του Βυζαντίου (11 Μαΐου 483μ.Χ.) και την ανακατάληψη των παλαιών εδαφών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με την ταυτόχρονη ένταξη της Σικελίας και της Νότιας Ιταλίας ως επαρχίες του Βυζαντινού κράτους, για να ξεκινήσουν εκ νέου μετακινήσεις και εγκαταστάσεις ελληνικών πληθυσμών στις συγκεκριμένες περιοχές. Στην ενίσχυση του ελληνικού στοιχείου, εκτός από τον στρατό (που πολέμησε εκεί κατά τον νικηφόρο πόλεμο εναντίον των Γότθων 535-553) και τους διοικητικούς υπαλλήλους που έρχονταν από την Μητρόπολη της αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, για να υπηρετήσουν στην περιοχή, συνέβαλαν οι μοναχοί και οι προσκυνητές που κατευθύνονταν προς την Ρώμη και οι πολυάριθμοι ελληνικοί και εξελληνισμένοι πληθυσμοί που αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν από τις παλιές τους εστίες προς την ασφαλέστερη Ιταλία και οι οποίοι απειλούνταν από εισβολείς στον Ελλαδικό χώρο, Άβαρες – Σλάβους (τέλη του 6ου αρχές του 7ου αιώνα), και από τις κατακτήσεις των Αράβων στις Ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας κατά την διάρκεια του 7ου αιώνα.
 Μετά και την υποταγή των Βανδάλων της Βόρειας Αφρικής το 535, πολλοί Βυζαντινοί στρατιώτες εγκαταστάθηκαν σε Σικελία και Νότια Ιταλία, καθώς μετά από 20-25 χρόνια στρατιωτικής υπηρεσίας τους παραχωρούνταν δωρεάν κτήματα προς εκμετάλλευση, ενισχύοντας έτσι τους αρχικούς ελληνικούς πληθυσμούς. Η υπαγωγή της Σικελίας στο πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως περί το 751 – 754, οδήγησε στην ενίσχυση των δεσμών με την πρωτεύουσα πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η διείσδυση των Σλάβων σε περιοχές της Ελλάδας έχει ως αποτέλεσμα την μετακίνηση και καταφυγή ελληνικών πληθυσμών και στην Καλαβρία. Το ελληνικό στοιχείο ενισχύθηκε περαιτέρω από μεταναστεύσεις εικονολατρών κατά την περίοδο της εικονομαχίας, ιδιαίτερα κατά την πρώτη περίοδο 726 – 787. Οι μεταναστεύσεις αυτές ανανέωσαν τους στενούς δεσμούς του ελλαδικού χώρου με την κάτω Ιταλία. Αξίζει να σημειωθεί ότι, περί τα μέσα του 8ου αιώνα η Καλαβρία υπήχθη και αυτή στην δικαιοδοσία του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Το Οτράντο (αρχαία ελληνική αποικία με το όνομα Υδρούς) ανακτήθηκε από τους Βυζαντινούς το 546,  ενώ το 548  αποβιβάστηκαν εκεί πολυάριθμες ενισχύσεις από την Κωνσταντινούπολη. Η πόλη αυτή θα αποτελέσει το κυριότερο σημείο επιβίβασης και αποβίβασης των ανατολικών στρατευμάτων (1).
Στα Βορειοδυτικά του Οτράντο, στην Τυρρηνική θάλασσα, βρίσκεται η  Napoli (Νεάπολη) η οποία αποτέλεσε Βυζαντινό δουκάτο από το 661 έως το 755, ενώ όπως δείχνουν τα ονόματα τους (Βασίλειος, Θεοφύλακτος, Κοσμάς, Στέφανος, Θεοδόσιος, Θεόδωρος κ.α.) αυτοί που ασκούσαν τη διοίκηση του δουκάτου ήταν Έλληνες που πιθανά στάλθηκαν από το Βυζάντιο.
Στη Ρώμη, έκφραση του Βυζαντινού πολιτισμού αποτελεί η ίδρυση πολλών μονών στην διάρκεια του 7ου και 8ου αιώνα. Είναι η περίοδος της Εικονομαχικής έριδας όπου πολλοί εικονόφιλοι μοναχοί έρχονται στην Ρώμη και δίνουν μια νέα ώθηση στον Βυζαντινό μοναχισμό. Οι ελληνόφωνες μονές της Ρώμης  αρχίζουν να παρακμάζουν κατά τον 9ο αιώνα.
 Έντονη είναι η παρουσία του ελληνικού στοιχείου και στηνΡαβέννα, πρωτεύουσα του ομώνυμου εξαρχάτου. Σύμφωνα με δημογραφικές μελέτες του ιστορικού ANDREGUILLOU, στα τέλη του 6ου αιώνα το 43% του συνολικού πληθυσμού αποτελείται από Ανατολίτες (Έλληνες, αλλά και Αρμένιοι – Σύριοι). Ένα σημαντικό μέρος αυτού του πληθυσμού αποτελείται από στρατιώτες που πολέμησαν τους Γότθους αλλά και από πολιτικό προσωπικό που μετανάστευσε στη Ραβέννα για να καλύψει τις εκτεταμένες ανάγκες της διοίκησης του Εξαρχάτου. Η πόλη αυτή αποτέλεσε την πρωτεύουσα της Βυζαντινής Ιταλίας, όπως και το πολεμικό της λιμάνι Κλάσσιο. Από τον 5ο  έως τον 8ο αιώνα ο λαμπρός πολιτισμός που αναπτύσσεται στη Ραβέννα, (χαρακτηριστικό δείγμα τα ψηφιδωτά στην εκκλησία του Αγίου Βιταλίου που απεικονίζουν τον Ιουστινιανό και την Θεοδώρα), θα έχει σημαντική επίδραση στην τέχνη της Ιταλίας.
Εικοσιοκτώ αιώνες αργότερα από την απαρχή του Β̒ Ελληνικού αποικισμού στις περιοχές αυτές, ελληνόφωνοι πληθυσμοί συνεχίζουν να υπάρχουν στην χερσόνησο του Σαλέντο, στην Κάτω Ιταλία. Βεβαίως, οι σημερινοί κάτοικοι των ελληνόφωνων περιοχών δεν προέρχονται από την αρχαιότητα. Η προέλευση τους ανάγεται στην εποχή του Βυζαντίου. Τα ελληνόφωνα χωριά στη GreciaSallentina είναι τα εξής: Calimera (Καλημέρα), Martano (Μαρτάνο), Martignano (Μαρτινιάνο), Melpignano (Μελπινιάνο), Corigliano d’ Otranto (Κοριλιάνο του Οτράντο), Castrignano dei Greci (Καστρινιάνο ντεϊ Γκρετσι), Soleto (Σολέτο), Sternatia (Στερνατία), Zollino (Τζολίνο).


http://www.hellenica.de/Griechenland/Geo/GR/MegaliEllada.html

Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

ΓΚΡΕΚΑΝΙΚΑ


ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

  Τα κατωιταλιώτικα δεν ανήκουν σε καμία διαλεκτική ομάδα του Ελλαδικού χώρου καθώς παρουσιάζουν μοναδικά χαρακτηριστικά με κορυφαίο το γεγονός πως έχουν διατηρήσει δωρικές λέξεις οι οποίες δεν εμφανίζονται σε καμία από τις νεοελληνικές διαλέκτους. Επίσης σημαντική επιρροή στην διαμόρφωση της γλώσσας αυτής έχει ασκήσει η ιταλική γλώσσα τόσο στην μορφολογία και το συντακτικό, όσο και στο λεξιλόγιό της στο οποίο κυριαρχεί η παντελής απουσία σλαβικών λέξεων.
Τα κατωιταλιώτικα χωρίζονται σε δύο ομάδες:

1.  τα γκρεκάνικα της Απουλίας αλλιώς γνωστά ως γκρεκοσαλεντινίκα τα οποία χρησιμοποιούνται από μόλις δύο χιλιάδες άτομα και

2.  Τα γκρεκάνικα της Καλαβρίας όπου μιλιούνται από περίπου τριάντα χιλιάδες άτομα.


ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ

Τα πιο αξιοσημείωτα γνωρίσματα της κατωιταλιώτικης διαλέκτου αποτελούν:
1.     Η μετατροπή του συμφώνου “κ” σε “τς”
2.     Η μετατροπή του “θ” σε “τ”
3.     Η υιοθέτηση δωρικών λέξεων
4.     Η αποβολή του “τ” στην αρχή των άρθρων καθώς και
5.     Η σίγηση του τελικού “ς”



ΜΟΥΣΙΚΗ

   Ο λαϊκός πολιτισμός των Γκρεκάνων είναι πλούσιος και πολλά τραγούδια τραγουδιούνται στα γκρεκάνικα. Στην γλώσσα αυτή έχουν τραγουδήσει και διάφοροι Έλληνες τραγουδιστές, μεταξύ των οποίων είναι και η Χάρις Αλεξίου.



               Ενδεικτικό γραπτό απόσπασμα τραγουδιού στα γκρεκάνικα.


Ο κλάμμα η γυναίκα ου εμιγκράντου (άντρα μου πάει)


Τέλω να μπριατσεφτώ να μη πενσέφσω
να κλάφσω σε να τζελάσω τέλω
αρτε βράι. Μα μάλι' αράτζια έβο
ε' να κανταλίσω στο φέγγο ε' να
φωνάσω ο άντρα μου πάει.
άντρα μου πάει-άντρα μου πάει.

Τσ'ε οι αντρώποι στε
μας πάνε στε ταράσσουνε ντ'άρτει
καλοί ους τωρούμε του σ'ένα
χρόνου.΄Ετου ε τζωή μα ε τουυ,ε τζωή
Κριστέ μου;Μα πα τσαι στη
Τζερμάνια κλαίοντα μα πόνο.
Κλαίοντα μα πόνο-Κλαίοντα μα πόνο.



ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Θέλω να μεθύσω για να μη σκέφτομαι
να κλάψω και να γελάσω θέλω τούτο το βράδυ
με πολλή οργή να τραγουδήσω
στο φεγγάρι να φωνάξω:..o άντρας μου πάει

o άντρας μου πάει o άντρας μου πάει
Οι άντρες μας πάνε,φεύγουν
Αν πάνε όλα καλά, θα ιδωθούμε σ' ένα χρόνο.
Αυτή είναι η ζωή μας Χριστέ μου;
Πάνε στη Γερμανία με κλάμα και πόνο.
με κλάμα και πόνο! με κλάμα και πόνο.


ΠΗΓΕΣ: autochthonesellhnes.blogspot, glossesweb.com

Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015

          Γοργίας ο Λεοντίνος 

Ο Γοργίας ο Λεοντίνος, σημαντικός εκπρόσωπος της ρητορικής τέχνης και σύγχρονος του Πρωταγόρα και του Σωκράτη, έζησε ανάμεσα στο 485 - 380 π.Χ. περίπου. Γεννήθηκε στους Λεοντίνους και επηρεάστηκε σημαντικά από τη σκέψη της Ελεατικής σχολής και ιδιαίτερα τη σκέψη του Εμπεδοκλή, με τον οποίο φέρεται ότι είχε σχέσεις. Ο Γοργίας έδειξε επίσης μια στενή συγγένεια με τον ελεατικό στοχασμό και ιδιαίτερα με τη σκέψη του Παρμενίδη και του Ζήνωνα, αν και από το αντιθετικό του ύφος δείχνει επίσης συγγένεια με το αντιθετικό ύφος των ηρακλείτειων κειμένων. Περιπλανώμενος, όπως οι περισσότεροι των σοφιστών, ο Γοργίας εμφανίζεται στην Αθήνα στην περίοδο κορύφωσης της δόξας του, όπου ασκεί σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση της αττικής πεζογραφίας και ποίησης. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε στη Θεσσαλία, όπου και πέθανε σε βαθύ γήρας σε πλήρη πνευματική διαύγεια.
Λόγοι

Οι επιδεικτικοί λόγοι του χρησίμευαν ως πρότυπα στη ρητορική φιλολογία της εποχής και εκείνοι που διδάσκονταν ή ασκούσαν τη ρητορική δεν έκαναν συνήθως τίποτε άλλο παρά να μιμούνται αυτούς τους λόγους ή να τους χρησιμοποιούν σαν υποδείγματα για τη σύνταξη των δικών τους ρητορικών λόγων.Διασώθηκαν ακέραιοι δύο σύντομοι λόγοι του:
Ο Ελένης εγκώμιον, στο οποίο αποδεικνύει ότι είναι άδικος ο ψόγος (μώμος) κατά της Ελένης, «ήτις είτ’ ερασθείσα είτε λόγω πεισθείσα είτε βία αρπασθείσα είτε υπό θείας ανάγκης αναγκασθείσα έπραξεν ά έπραξεν». Ο Γοργίας υποδεικνύει ότι οι κρίσεις μας δεν στηρίζονται σε αντικειμενικές αλήθειες αλλά σε αναπόδεικτες και συχνά αλληλοαναιρούμενες αντιλήψεις και προκαταλήψεις.
Η Υπέρ Παλαμήδους απολογία απολογία, στην οποία υποδεικνύει ακόμα εμφατικότερα ότι η κρίση για την κατηγορία της «εσχάτης προδοσίας» δεν στηρίζεται σε αποδείξεις ή υπαρκτά γεγονότα.
Απορρίπτοντας το κριτήριο της μιας απόλυτης αλήθειας ο Γοργίας, θεώρησε ότι δεν υπάρχει απόλυτη γνώση, αλλά μόνον «δόξα», δηλαδή γνώμη για την πραγματικότητα. Το κέντρο βάρους της μεθόδου του ήταν η ρητορική, που γι’ αυτόν ήταν «πειθούς δημιουργός», δηλαδή μέθοδος για να διατυπώνει ο άνθρωπος τη γνώμη του με τρόπο πειστικό και να πετυχαίνει αυτό που επιδιώκει κάθε φορά.
Όσον αφορά στο Περί του μη όντος ή Περί φύσεως θεωρούνται περιλήψεις του αρχικού κειμένου του Γοργία και μας δίνουν μια ιδέα του προβληματισμού του Γοργία γύρω από γενικά θεωρητικά ζητήματα, όπως είναι η πραγματικότητα και η γνώση της. Το περιεχόμενο του συγγράμματος αυτού μας παρουσιάζεται μέσα από μια περίληψη του Σέξτου του Εμπειρικού και μέσα από μια περίληψη της ψευδοαριστοτελικής πραγματείας Περί Μελίσσου, Ξενοφάνους Γοργίου. Οι δύο αυτές περιλήψεις δεν έχουν την ίδια αξία και δεν συμφωνούν πολύ μεταξύ τους.

Γνωσιοθεωρία

Ο Γοργίας προσπάθησε να αποδείξει ότι τίποτε δεν υπάρχει. Αν υπάρχει, δεν μπορούμε να το γνωρίσουμε. Αν μπορούμε να το γνωρίσουμε, δεν μπορούμε ωστόσο να το μεταδώσουμε στους άλλους. Η αποδεικτική τακτική του ονομάζεται ανασκευαστική και συνίσταται στον αποκλεισμό αντιφατικών προτάσεων. Το ον δεν είναι για τον Γοργία ούτε ένα ούτε πολλά. Αν ήταν ένα, θα έπρεπε να είναι άνευ χαρακτηριστικών, έκτασης και μεγέθους. Ωστόσο, εκείνο που δεν έχει χαρακτηριστικά γνωρίσματα, απλά δεν υπάρχει. Τότε πρέπει να δεχτούμε πως το ον είναι πολλαπλότητα, αλλά το πολλαπλό προϋποθέτει το απλό, ως συστατικό του στοιχείο. Όταν, λοιπόν, το ον δεν είναι ένα, δεν μπορεί να είναι και πολλά. Επακόλουθα, το ον, που οι Ελεάτες το θεωρούσαν υπαρκτό, δεν υπάρχει ουσιαστικά, μια και επιδέχεται αντίθετων και αντιφατικών, αλληλοαποκειόμενων απόψεων.

Ηθική

Ο Γοργίας ανέπτυξε επίσης μια αξιόλογη προβληματική πάνω σε ηθικά ζητήματα. Το πρόβλημα, ιδιαίτερα, τί είναι αρετή, που φαίνεται πως ήταν του συρμού σε κύκλους στοχαστών της εποχής αυτής, το αντιμετώπισε μ' ένα πνεύμα εμπειρικό και θετικό. Διέκρινε το γεγονός πως η αρετή είναι μια συγκεκριμένη ποιότητα συμπεριφοράς συνδεδεμένη με τη ρευστή πραγματικότητα, όπου ανήκει, και με την κοινωνική ομάδα ή κατηγορία, που στα ενδιαφέροντα της ακριβώς ανταποκρίνονται οι ηθικές ιδέες που κάθε φορά επικαλείται κανείς. Φαίνεται πως ο Γοργίας δεν ενδιαφερόταν για ανούσιες γενικότητες, για παράδειγμα τί είναι η αρετή. Η αρετή ως αφηρημένη ουσία δεν είναι πρόβλημα, γιατί δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Υπάρχουν μόνο συγκεκριμένες αρετές και συνεπώς συγκεκριμένα ηθικά προβλήματα. Γενικά, φαίνεται πως θεωρούσε την αρετή μάλλον ως ψυχική ιδιότητα που αναπτύσσεται και εκδηλώνεται μέσα από συγκεκριμένους φορείς. Υπό αυτή την άποψη η ηθική γίνεται τέχνη της έμπνευση, η δυνατότητα για ψυχαγωγία με την κυριολεκτική σημασία της λέξης που μπορεί να ωθήσει το ανθρώπινο ον σε συγκεκριμένους στόχους.
Γοργίας (διάλογος)
Ο Γοργίας είναι πλατωνικός διάλογος, που προκάλεσε τέτοια εντύπωση στην εποχή του, ώστε έλεγαν πως ένας Κορίνθιος γεωργός, που το διάβασε, άφησε τα υπάρχοντά του και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να γίνει μαθητής του Πλάτωνα. Ο διάλογος φέρει τον υπότιτλο Περί ρητορικής ανατρεπτικός γιατί ο Πλάτων απέβλεπε με αυτόν στην ανασκευή των αντιλήψεων του Γοργία του Λεοντίνου περί ρητορικής.

Χρονολόγηση

Σε ένα χωρίο του διαλόγου, ο θάνατος του Περικλή φαίνεται ως γεγονός που συνέβη πρόσφατα [515d]. και από αυτό συμπεραίνεται πως ο Πλάτων τοποθετεί τη δράση του διαλόγου μεταξύ 427 π.Χ. και 413 π.Χ. γιατί γίνονται υπαινιγμοί και στο δράμα του Ευριπίδη Αντιόπη, που γράφτηκε κοντά στη δεύτερη χρονολογία. Όσο για το χρόνο συγγραφής του διαλόγου, ο Βιλαμόβιτς[1] το τοποθετεί γύρω στο 393 π.Χ., ενώ ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος μετά το άνοιγμα της Ακαδημίας, δηλαδή το έτος 387 π.Χ. βασιζόμενος στην άποψη ότι ο «Γοργίας» αποτελεί προγραμματικό έργο του ανοίγματος της Ακαδημίας. Επίσης όλοι οι διάλογοι που μαρτυρούν σπουδές μαθηματικές και ιατρικές έρχονται χρονικά ύστερα από το άνοιγμα της σχολής, γιατί τις σπουδές αυτές ο Πλάτων τις έκαμε κατά το ταξίδι του στη μεγάλη Ελλάδα και τη γνωριμία του εκεί με τους ιπποκρατικούς ιατρούς και πυθαγορείους φιλοσόφους, αλλά και διότι μέσα στην Ακαδημία γίνονταν η καλλιέργεια των μαθηματικών και δίδονταν μεγάλη σημασία στις έννοιες της ιπποκρατικής ιατρικής. Οι διάλογοι «Γοργίας» και «Μένων» προϋποθέτουν και οι δύο το διδακτικό έργο του Πλάτωνα στην Ακαδημία και έχουν αμφότεροι σαφέστατη σχέση με τα μαθηματικά και με τις έννοιες της ιατρικής επιστήμης.Πρόσωπα του διαλόγου είναι ο Σωκράτης, ο Καλλικλής για τον οποίο λίγα είνα γνωστά, ο σοφιστής Γοργίας από τους Λεοντίνους της Σικελίας, ο μαθητής του Σωκράτη Χαιρεφών και ο μαθητής του Γοργία Ακραγαντίνος Πώλος.Στην αρχή του διαλόγου ο Χαιρεφών ζητάει από τον Σωκράτη να τον βοηθήσει να υποβάλει ερωτήματα στον Γοργία, ρωτώντας τον «ποιος είναι». Ο Γοργίας αναγκάζεται να απαντήσει ότι είναι επιστήμονας της ρητορικής τέχνης και ότι η ρητορική είναι «πειθούς δημιουργός»

Ρητορική τέχνη

Ο Σωκράτης αποδεικνύει πως η ρητορική είναι μια δεξιοτεχνία, που επιτρέπει στον ρήτορα να εξαπατά τους ακροατές του, όταν δεν ξέρουν καλά τα πράγματα, και πως η κατοχή της δεν κάνει τον κάτοχό της δίκαιο. Απαντώντας σε ερωτήσεις του Πώλου -που επεμβαίνει για λογαριασμό του Γοργία- ο Σωκράτης χαρακτηρίζει τη ρητορική μέρος της κολακευτικής τέχνης, άλλα μέρη της οποίας είναι η κομμωτική, η οψοποιητική (μαγειρική) και η σοφιστική. Όση σχέση έχει η οψοποιητική προς την ιατρική, ισχυρίζεται, τόση έχει και η ρητορική προς τη δικαιοσύνη. Σ΄ενα σημείο του διαλόγου, ο Πώλος ρωτάει τον Σωκράτη: «Εσύ τι θα ήθελες, να αδικείσαι ή να αδικείς;»Ο άνθρωπος που είναι αποφασισμένος να ζει χωρίς να αδικεί δεν χρειάζεται ποτέ την ρητορική. Επεμβαίνει τότε ο Καλλικλής που υπερασπίζεται το δικαίωμα του ισχυρότερου, λέγοντας πως οι νόμοι είναι συμβάσεις που καθιερώνονται από τους αδύνατους για να περιορίζουν τις ισχυρές φύσεις. Ο Καλλικλής λέει πως ευδαιμονία είναι το να μπορεί κανείς να ικανοποιεί άμετρο πλήθος αναγκών και ο Σωκράτης του απαντά ότι σε τέτοια περίπτωση ταυτίζει το αγαθό και το καλό, αλλά ο συνομιλητής του αναφέρει πως υπάρχουν καλές και κακές ηδονές. Ο Σωκράτης τον αναγκάζει να παραδεχτεί πως το ευχάριστο δεν μπορεί παρά να έχει σκοπό του το αγαθό και πως η πολιτική χωρίς ιδεώδη που να καθορίζει η φιλοσοφία δεν έχει νόημα.


ΠΗΓΗ : wikipedia




                        Ο νομοθέτης Χαρώνδας


Όσον αφορά τη ζωή του Χαρώνδου, δεν έχουν διασωθεί αρκετές πληροφορίες. Θεωρείται από τους σπουδαιότερους νομοθέτες της αρχαιότητας. Έζησε ανάμεσα στον 7ον και στον  6ον αιώνα και ως πόλη της καταγωγής του φέρεται η Κατάνη της Σικελίας. Οι νόμοι του ήταν πρωτοποριακοί και εκτός από την πατρίδα του εφαρμόσθηκαν και από άλλες πόλεις της  Σικελίας και της Κάτω Ιταλίας. Άλλο αξιοσημείωτο γεγονός από την ζωή του Χαρώνδου, ήταν ο θάνατός του, χαρακτηριστικός του ήθους και της σοφίας του.
 Κατά τον ιστορικό  Διόδωρο το Σικελιώτη, στο δωδέκατο βιβλίο της Ιστορικής Βιβλιοθήκης του, περιγράφονται οι  συνθήκες και ο τρόπος, με τον οποίον επήλθε ο θάνατός του. Συγκεκριμένα, ο Χαρώνδας διαπιστώνοντας ότι στις συνελεύσεις του λαού υπήρξαν περιπτώσεις, κατά τις οποίες ένοπλοι άνδρες δημιουργούσαν επεισόδια ή προκαλούσαν στάσεις και ταραχές, θέσπισε νόμο, ο οποίος απαγόρευε με ποινή θανάτου στους πολίτες να προσέρχονται ένοπλοι στις συνελεύσεις της πολιτείας. Μία ημέρα κατά την οποίαν βρισκόταν στην ύπαιθρο φέροντας μαζί του ξίφος εξ αιτίας των ληστών, ειδοποιήθηκε εσπευσμένα από πολίτες να σπεύσει στην λαϊκή συνέλευση της πόλης, επειδή προκλήθηκαν ταραχές. Ως νομοθέτης και εγγυητής του πολιτεύματος, ήταν αρμόδιος, ως ιερό και σεβάσμιο πρόσωπον, για την επίλυση τέτοιων διαφορών και τον κατευνασμό των πνευμάτων. Έσπευσε λοιπόν στην συγκέντρωση του λαού και διαπιστώνοντας την ταραχή των πολιτών, ζητούσε να μάθει τα αίτια της αναταραχής, χωρίς να προσέξει επάνω στην βιασύνη του, ότι έφερε ακόμη μαζί του το ξίφος του.
 Κάποιοι από τους πολίτες, οι οποίοι τον εχθρεύονταν, βρήκαν την ευκαιρία να τον κατηγορήσουν, διαδίδοντας στην συνέλευση, ότι παρέβαινε ο ίδιος τον νόμο του. Ο Χαρώνδας τότε, γνωρίζοντας ότι κανείς δεν μπορούσε να δικάσει τον νομοθέτη, αλλά και ότι όλοι θα έπρεπε να είναι υπάκουοι απέναντι στους νόμους, με πρώτο αυτόν ο οποίος νομοθετούσε και έδινε το παράδειγμα στους άλλους, συνειδητοποιώντας ότι προσήλθε οπλισμένος στην συνέλευση, απήντησε στους κατηγόρους του:
«Μά τον Δία, αλλά εγώ ο ίδιος θα αποκαταστήσω τον νόμο»! Και βγάζοντας το ξίφος του, εμπρός στα έκπληκτα βλέμματα των συμπολιτών του, έβαλε με το ίδιο του το χέρι τέλος στην ζωή του, σφραγίζοντας έτσι με την τελευταία πράξη του, τους νόμους τους οποίους θέσπισε.
Κατά τον 7ον αιώνα και ενώ συνεχιζόταν ο Β΄ Ελληνικός αποικισμός, παρουσιάστηκε η ανάγκη καταγραφής και προσαρμογής του άγραφου δικαίου ο οποίος θα μπορούσε να εγγυηθεί την κοινωνική ηρεμία και την εύρυθμη λειτουργία των πόλεων-κρατών και των αποικιών τους. Πολλές πόλεις ανέθεταν σε σπουδαίους άνδρες, οι οποίοι έχαιραν του σεβασμού και της αποδοχής των συμπολιτών τους, να συντάσσουν νόμους, τους οποίους οι πόλεις ανελάμβαναν την υποχρέωση να τηρήσουν.Οι άνδρες αυτοί ονομάζονταν νομοθλέτες και όφειλαν να έχουν άριστο βίο,  για αυτό και θεωρούνταν πολίτες σεβαστοί. Ως εμπνεόμενοι από τον Δία, τον προστάτην του Δικαίου, κανείς δεν επιτρεπόταν να τους βλάψει. Τέτοιοι γνωστοί νομοθέτες ήταν ο Ζάλευκος, ο Σόλων, ο Χαρώνδας, ο Λυκούργος,ο Κλεισθένης, κ.α. Όσον αφορά το νομοθετικό έργο του Χαρώνδου έχει διασωθεί ένα μεγάλο τμήμα του μέσα από τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων.  Παρακάτω αναφέρονται ενδεικτικά  κάποιοι απ’ τους νόμους του, οι οποίοι υιοθετήθηκαν από πολλές πόλεις της Μεγάλης Ελλάδος, αλλά και της κυρίως Ελλάδος και της Ιωνίας.

1) Νόμος περί παιδείας και εκπαιδεύσεως των νέων:
Ο Χαρώνδας θεωρούσε την ανάγνωση και την γραφή, ως απαραίτητη προϋπόθεση οποιασδήποτε  άλλης μάθησης και δεν θα έπρεπε κανείς από τους πολίτες να στερείται αυτών. Θέσπισε λοιπόν διάταξη, με την οποίαν η πόλη ανελάμβανε την δωρεάν εκπαίδευση όλων των νέων της πόλεως.

2) Νόμος περί συκοφαντίας:
Ο νομοθέτης όρισε διάταξη, με την οποίαν όποιον είχε κριθεί ένοχος συκοφαντίας, τον στεφάνωναν με μυρίκη και τον περιέφεραν στην πόλη, ώστε να δείχνουν σε όλους τους συμπολίτες, ότι ο ένοχος κατείχε το έπαθλο της πονηριάς. Αναφέρεται δε ότι αρκετοί, οι οποίοι καταδικάστηκαν με αυτήν την κατηγορία, δεν μπόρεσαν να υπομείνουν την ατίμωση και αυτοκτόνησαν.

3) Νόμος για τους λιποτάκτες και τους φυγόστρατους:
Οι νόμοι όλων των άλλων νομοθετών προέβλεπαν για τους λιποτάκτες και τους φυγόστρατους την θανατική ποινή. Ο Χαρώνδας θέσπισε νόμο, οι ένοχοι αυτών των αδικημάτων να τιμωρούνται με την ποινή της υποχρεώσεως να παραμένουν στην αγορά επί τρείς ημέρες φορώντας γυναικεία φορέματα. Η ταπείνωση την οποίαν επέφερε στους ενόχους η ποινή αυτή, απέτρεπε τους πολίτες από την ανανδρία.

4) Νόμος περί διασώσεως των νόμων:
Ο Χαρώνδας γνώριζε την σημασία της διατηρήσεως των νόμων και της πειθαρχίας των πολιτών σ’ αυτούς. Έτσι και για να μην μπορούν οι νόμοι να αλλάζουν εύκολα, θέσπισε την διάταξη της διασώσεως των νόμων ως εξής:
Κάθε πολίτης, ο οποίος νόμιζε ότι κάποια διάταξεις των νόμων ήταν άδικη και έπρεπε να αλλάξει, ήταν υποχρεωμένος να εισηγηθεί για την τροπολογία ενώπιον του λαού, έχοντας περασμένη στον λαιμό του μίαν θηλιά και την οποίαν θα εξακολουθούσε όρθιος να φέρει στον λαιμό του μέχρι ο λαός να αποφανθεί για την εισήγηση του. Αν η συνέλευση του λαού δεχόταν την τροπολογία, ο πολίτης ο οποίος την εισηγήθηκε, θα ελευθερωνόταν και η τροπολογία θα γινόταν νόμος της πόλεως. Αν όμως η εισήγηση του απορρίπτοταν, έπρεπε ο λαός να τραβήξει την θηλιά και ο εισηγητής να πεθάνει.

Κατ’ αυτόν τον τρόπον εξασφαλίσθηκε η ισχύς των νόμων και κάθε αναθεώρηση τους έπρεπε να έχει την αποδοχή όλων.


ΠΗΓΗ : alfeiospotamos.gr, wikipedia

Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2015


ΓΚΡΕΚΑΝΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ



  Τα Γρεκάνικα (Κατωιταλική ή Γρεκάνικη διάλεκτος) είναι η διάλεκτος της Ελληνικής γλώσσας που περιλαμβάνει Ιταλικά στοιχεία και ομιλείται στη Μεγάλη Ελλάδα της Νότιας Ιταλίας. Πρόκειται για μια γλώσσα που έχει κρατήσει εδώ και 2.700 χρόνια.Τα ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας είναι εννέα: Γκαλλιτσανό, Αμεντολέα (Αμυγδαλέα), Κοντοφούρι, Χωρίο Ροχούδι, Ροχούδι, Ρακκαφόρτε ντελ Γκρέκο, Χωρίο Βουνίο, Βούα, Γυαλός του Βούα (Bova Marina). Σε απόσταση 600 χλμ., στην περιοχή της Απουλίας υπάρχουν άλλα εννέα ελληνόφωνα χωριά: Μαρτάνο, Μαρτνιάνο, Κοριλιάνο ντ’ Οτράντο, Καλημέρα, Καστρινιάνο ντε Γκρέτσι, Τζολίνο Σολέτο, Στερνατία και Μελπινιάνο.


ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

  Υπάρχουν δύο βασικές θεωρίες σχετικά με την προέλευση της  διαλέκτου.
·         Σύμφωνα με τη θεωρία του Morosi (1870) καθώς και άλλων Ιταλών γλωσσολόγων, η Κατωιταλική διάλεκτος προέρχεται από τη γλώσσα των Βυζαντινών εποίκων του 9ου αιώνα.
·         Αντίθετα, ο Γερμανός Gerhard Rohlfs και αρκετοί Έλληνες γλωσσολόγοι υποστηρίζουν πως τα πρώτα στοιχεία της διαλέκτου σημειώθηκαν κατά τον 8ο αιώνα π.Χ στον αποικισμό της Μεγάλης Ελλάδας.


ΙΣΤΟΡΙΑ
  Το τελευταίο γραπτό κείμενο με ελληνικούς χαρακτήρες βρέθηκε στην Πόβα το 1573. Εκείνη τη χρονιά, η Καθολική Εκκλησία απαγόρευσε οτιδήποτε ορθόδοξο, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να θεωρούν την γλώσσα τους ταμπού. Πέρασε μία περίοδος κατά την οποία η γλώσσα ήταν σε διωγμό, ενώ στην δειάρκεια του φασισμού η χρήση της γλώσσας απαγορευόταν.Με το πέρασμα τον χρόνων το ελληνικό αλφάβητο ξεχάστηκε και υιοθετήθηκε η γραφή με λατινικούς χαρακτήρες.
  Το 1950 ξεκίνησε η νέα προσπάθεια αναβίωσης της γλώσσας, με την χρήση λατινικών χαρακτήρων καθώς οι ελληνικοί ήταν εντελώς ξένοι για τους Γκρεκάνους.
 Παράλληλα, λόγω κάποιων κοινωνικών παραγόντων η γλώσσα φτωχαίνει και απομονώνεται καθώς οι πλούσιοι αρχίζουν να τη θεωρούν ταμπού και να μην την εξελίσσουν. Έτσι η γλώσσα περιορίζεται στις κατώτερες τάξεις και παύει να εξελίσσετε με αποτέλεσμα να παραμείνει με την σημερινή της μορφή.


ΠΗΓΕΣ: olympios, inital, εθνο-λογικά


Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2015

Γιατί η κάτω Ιταλία ονομάστηκε Μεγάλη Ελλάδα;




H (MagnaGraecia)Μεγάλη Ελλάδαάρχιζε από το Ιόνιο πέλαγος και διαιρείται στους κόλπους των Λοκρών, του Σκυλλακίου και του Τάραντος. Από την άλλη τα βουνά που τους περικλείουν κυκλικά. Ως προς το εσωτερικό, εκεί κατοικούσαν διάφορες τοπικές ιταλικές φυλές αλλά και στα παράλια όπου προϋπήρχαν ιταλικές φυλές, εκδιώχτηκαν από τους Έλληνες αποικιστές.Οι πρώτες ελληνικές πόλεις οι Συρακούσες που ήταν αποικία των Κορινθίων και με αρχηγό τον Αρχία, ίδρυσαν περί το 734 π.Χ την πόλη στο νησί Ορτυγία, όμως κατόπιν επεκτάθηκε στην απέναντι στεριά.
     Η Σικελία που κατά την Ελληνική Μυθολογία κατοικήθηκε για πρώτη φορά από τον Κρόνο τον πατέρα του Δία, υπάρχει το όρος Κρόνιον, όπου μετά από την φοβερή Τιτανομαχία ανέβηκε ο Δίας στο θρόνο των θεών.
Στην κάτω Ιταλία δημιουργήθηκαν επιφανή κέντρα της ελληνικής φιλοσοφίας στην αρχαιότητα. Οι Έλληνες της Ιταλικής χερσονήσου ένοιωθαν υπερηφάνεια για την καταγωγή τους, και ο Πολύβιος τους ονομάζει Ιταλιώτες. Ακόμα ο Αθήναιος χαρακτηρίζει την περιοχή της Μ. Ε σαν την ποιο όμορφη στον κόσμο.
·         Αναφορά στους Αρχαίους Έλληνες Φιλόσοφους της Μεγάλης Ελλάδας
Στη Ζάγκλη της Σικελίας έζησε διωγμένος από την πατρίδα του ο φιλόσοφος Ξενοφάνης ο οποίος διέτριβε στην φιλοσοφία στο στενό της Μεσσήνης σύμφωνα με τον αρχαίο μύθο υπήρχε η Σκύλλα και η Χάρυβδις.
     Όμως για να επανέλθουμε στο θέμα του τίτλου(Μεγάλη Ελλάδα), αναφέρουμε πρώτα ότι, ο Σκύμνος ο Χίος, ο Στράβων ο Αθήναιος, μας λένε πως η περιοχή αυτή ονομάστηκε «Μεγάλη Ελλάς», διότι αυξήθηκε και ήκμασε ραγδαία ο πληθυσμός των αποικιστών ,ο δε Στράβων υποστηρίζει ότι η Κάτω Ιταλία δημιούργησε πολιτισμό ισάξιο του τότε ελληνικού κόσμου .
Ύστερα υποστηρίζει ότι οι πρώτες Ελληνικές αποικίες ιδρύθηκαν 300 έτη περίπου μετά τα Τρωϊκά. (άρα μεταξύ 1000 & 900 π. Χ). Δημιουργήθηκαν επιφανή κέντρα της ελληνικής φιλοσοφίας. Οι Έλληνες της Ιταλικής χερσονήσου ένοιωθαν υπερηφάνεια για την καταγωγή τους, και ο Πολύβιος τους ονομάζει Ιταλιώτες. Ακόμα ο Αθήναιος χαρακτηρίζει την περιοχή της Μ. Ε σαν την ποιο όμορφη στον κόσμο.
   Νεότερη Ιστορία και Υποστηρικτές της Μεγάλης Ελλάδας
Άνθωποι της τωρινής Κάτω Ιταλίας ζούν ακόμα ως απόγονοι των Ιταλιωτών Ελλήνων, άνθρωποι που με πίστη και πείσμα προσπαθούν να διασώσουν μέσα από συλλόγους ότι απέμεινε από την παλαιά δόξα της και κυρίως την γλώσσα.Τον στόχο υπηρετεί και ο Σύλλογος των γκραικάνων της Καλαβρίας (Καλή αύρα) με την έκδοση βιβλίων στην γκραικάνικη γλώσσα, όπως το Lessico di Sternatia (Λεξικό του ελληνικού ιδιώματος της Στερνατίας), αλλά και την Γραμματική και Σύνταξη της καλαβρέζικης γκρήκο. Είναι γνωστό ότι ο γλωσσολόγος Γ. Χατζιδάκης αναφέρει ότι «η ελληνική γλώσσα εξηκολούθησεν ομιλουμένη αδιαλείπτως από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερον εν Ιταλία». Όμως δείγμα της εκτίμησης αλλά και προσφοράς στον πολιτισμό αλλά και την ιστορία στη σημερινή Νότια Ιταλία και τη Σικελία, είναι και η ονομασία δρόμων στις περιοχές όπου άνθησε (ο Ελληνικός πολιτισμός), με ονόματα όπως Αισχύλος, Πλάτων, Αισχύλος Σοφοκλής…
Χρήστος Ρουμελιώτης Γιώργος Πρωτόγηρος