Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

                                                  ΖΩΓΡΑΦΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ




   Το Ζωγράφειο Λύκειο ή Ζωγράφειο Γυμνάσιο-Λύκειο είναι ένα από τα εφτά ρωμαίικα σχολεία και από τα λίγα εναπομείναντα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Κωνσταντινούπολη. Αποτελεί το πιο γνωστό Ελληνικό σχολείο της Τουρκίας σήμερα, ενώ αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως μέχρι το 1950 διέθετε περισσότερους απο 5.000 Έλληνες μαθητες ανά σχολική χρονιά.

                                                              ΙΣΤΟΡΙΑ

   Η ιστορία του Ζωγραφείου σχολείου ανάγεται στον 19ο αιώνα, όταν υπήρξαν ανάγκες για εκπαιδευτική στέγαση μιας και το Ζάππειον μέγαρο από μόνο του δεν μπορούσε να καλύψει αυτές τις ανάγκες, ενώ ταυτοχρόνως η σχολή που λειτουργούσε στο Σταυροδρόμι της Παναγίας είχε πάνω από 800 μαθητές. Έτσι αποφασίστηκε να γίνει ενας έρανος για να χτιστεί ενα καινούργιο και σύγχρονο εκπαιδευτικό ίδρυμα.

  Πολλοί ήταν εκείνοι που πρόσφεραν για το έργο αυτό, με κορυφαίο τον τότε διαμένοντα στο Παρίσι Χρηστάκη Ζωγράφο, ο οποίος έδωσε πάνω από 10.000 χρυσές λίρες της εποχής. Το 1890, η γενική συνέλευση της κοινότητας, αποφάσισε σε ένδειξη τιμής να ονομαστεί το σχολείο Ζωγράφειο.
  Στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό που διεξάχθηκε υπερίσχυσε η πρόταση του αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη και έτσι πραγματοποιήθηκε το χτίσιμο του σχολείου όπως είναι σήμερα.
  Το 1899 το Ζωγράφειο έδωσε τους πρώτους αποφοίτους του.

  Τα προηγούμενα χρόνια το σχολείο είχε μια πραγματική άνθηση και πάντα πάνω από 250 μαθητές. Ειδικά πριν τις απελάσεις το 1964, οι μαθητές του σχολείου αυτού ήταν πάνω από 350 ενώ σήμερα το δυναμικό της σχολής δεν είναι περισσότεροι από 54 μαθητές και 20 εκπαιδευτικούς.

                                               Το Ζωγράφειο σήμερα

   Το Ζωγράφειο φέτος δέχτηκε επισκέψεις από 52  σχολεία από όλη την Ελλάδα, 5 δημόσια και ιδιωτικά από την Πόλη, 2 Πανεπιστήμια από την Φιλανδία και την Σουηδία, 2 Πανεπιστήμια από την Πόλη, καθώς και από 12 Πολιτιστικούς Συλλόγους από την Ελλάδα.

  Επιπλέον, με την παρουσία τους τίμησαν το Ζωγράφειο πολλοί εκλεκτοί επισκέπτες και προσκεκλημένοι από τον πολιτικό και πνευματικό χώρο, καθώς επίσης και εκπρόσωποι σωματείων, ιδρυμάτων, πανεπιστημίων, εκλεκτοί  καθηγητές, ιατροί, φίλοι, συνάδελφοι καιομογάλακτοι αδελφοί.



    ΠΗΓΕΣ: http://www.omogeneia-turkey.com/lyc-zografyon/culture.html,http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%96%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%B5%CE%B9%CE%BF_%CE%9B%CF%8D%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BF










Φαναριώτες
Μετά την εγκατάσταση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον Άγιο Γεώργιο στον λόφο του Φαναρίου το 1601, γύρω του άρχισαν να συγκεντρώνεται ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων αστών και παλιών αρχοντικών οικογενειών, οι οποίοι συνέδεαν λίγο-πολύ τα συμφέροντά τους με αυτό. Γρήγορα λοιπόν η συνοικία του Φαναρίου κατέστη το κέντρο του υπόδουλου Ελληνισμού. Γρήγορα οι αστοί αυτοί κατάφεραν να συνδεθούν με την Οθωμανική κυβέρνηση καταλαμβάνοντας διάφορα αξιώματα στον διοικητικό μηχανισμό.
Ο πρώτος σημαντικός εκπρόσωπος της ανερχόμενης τάξης είναι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ο οποίος κατάφερε να ηγηθεί της Οθωμανικής διπλωματίας κατά τα τέλη του 17ου αιώνα και αργότερα να καταλάβει τα αξιώματα του πρίγκηπα της Βλαχίας και τηςΜολδαβίας.
Η σταδιοδρομία του υπήρξε πρότυπο για την τάξη των Φαναριωτών που, κατά την επόμενη εκατονταετία, μονοπώλησαν τα αξιώματα του Δραγουμάνου της Υψηλής Πύλης (αντίστοιχο του σημερινού υφυπουργού εξωτερικών), του Δραγουμάνου του Στόλου (υφυπουργός ναυτικών), πρίγκηπα των Παραδουνάβιων ηγεμονιών ή του Καπού-Κεχαγιά (υπεύθυνος σχέσεων μεταξύ των ηγεμονιών και της οθωμανικής κυβέρνησης-υπουργός εξωτερικών των ηγεμονιών).
Παράλληλα κατάφεραν να κυριαρχήσουν στη ζωή του Πατριαρχείου, ελέγχοντας τις εκλογές των Πατριαρχών, των μητροπολιτών και τη διαχείριση των οικονομικών του.
Οι Φαναριώτες, άνθρωποι μορφωμένοι, ασχολήθηκαν συστηματικά με τις μεταφράσεις ξένων έργων, ενώ συχνά χρηματοδότησαν μεταξύ άλλων διάφορα έντυπα (περιοδικά, εφημερίδες) της εποχής που εκδίδονταν από Έλληνες.
                                                           ΦΑΝΑΡΙ
Στην δυτική πλευρά των Βυζαντινών τειχών και χτισμένο  στον 4 ο και 5 ο λόφο της Κωνσταντινούπολης βρίσκεται η περιοχή του Φαναρίου ,  η γειτονιά των Ελλήνων από τα πρώτα χρόνια μετά την Άλωση . Ο πόλος γύρω από τον οποίο απλώθηκε αυτή η γειτονιά ήταν το Ελληνικό Ορθόδοξο Πατριαρχείο. Τον 17ο αιώνα, το Φανάρι έγινε η περιοχή της ανώτερης αστικής τάξης, η οποία άρχισε να κατασκευάζει τις πολυτελείς κατοικίες της με τις λαξευτές πέτρες και τον περίτεχνο διάκοσμο στις προσόψεις … Όμως κατά τον 19ο αιώνα, η κοινωνική δομή του συνοικισμού υπέστη μία ραγδαία μεταβολή. Οι προεξάρχουσες οικογένειες των Ελλήνων μετακόμισαν στα χωριά κατά μήκος του Βοσπόρου, όπως η Ταραμπιά και το Κουρούτσεσμέ. Μόνον οι υπάλληλοι, οι τεχνίτες και οι έμποροι έμειναν πίσω … Μετά το πρώτο κύμα μεταναστών στις αστικές περιοχές της Κωνσταντινούπολης, τα Πριγκιποννήσια, το Καντίκιοϊ και το Σισλί, στος τέλος του 19ου αιώνα, η δομή του πληθυσμού άρχισε να αλλάζει ραγδαία. Οι Έλληνες εγκατέλειψαν οριστικά και μαζικά την περιοχή το 1955, μετά τους υποκινούμενους από την τουρκική κυβέρνηση διωγμούς …. Από τότε η περιοχή εισήλθε σε μια περίοδο μεγάλης εγκατάλειψης και αυτή η παρακμή συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Ορισμένα κτίρια είναι ήδη ερείπια , ένα σημαντικό ποσοστό βρίσκονται σε άθλια κατάσταση και άλλα έχουν  καταρρεύσει   στο πέρασμα των αιώνων . Οι κάτοικοι του Φαναρίου σήμερα είναι  μουσουλμάνοι  των φτωχών στρωμάτων  οι οποίοι πληρώνουν  πολύ χαμηλά ενοίκια για να μένουν εκεί και φυσικά δε διαθέτουν τους πόρους για να επισκευάσουν και να συντηρήσουν τα αποσαθρωμένα  και ετοιμόρροπα σπίτια .Περπατώντας στο Φανάρι  εκτός από το Οικουμενικό Πατριαρχείο  θα συναντήσετε πολλά ιστορικά κτίρια και Μονές όπως τη Μεγάλη του Γένους Σχολή, τη  Μαράσλειο σχολή, το Ιωακείμιο σχολείο (δίπλα από το Πατριαρχείο),την Παναγία Μουχλιώτισσα και πιο κάτω  την Παναγία Βλαχέρνα ένα από  τα πιο γνωστά προσκυνήματα της περιοχής  καθώς και τα Βυζαντινά τείχη  της Πόλης.

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

                    Στις 24 Μαρτίου του 1821  άρχισαν σφαγές των Χριστιανών οι οποίες αποτελούσαν αντίδραση των Τούρκων αντίποινα στην έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
                                    
           Ο αρχηγός της Εκκλησίας Γρηγόριος Ε΄ απαγχονίστηκε μπροστά στην πόρτα του Πατριαρχείου και υπέστη τις ασχημότερες πράξεις. Το σκήνωμά του διαπομπεύτηκε στους   δρόμους της Πόλης και μετά από τρεις ημέρες πετάχτηκε στη θάλασσα.       
                                                                                  

             Τέλος , οι πρόκριτοι και πολλοί άλλοι ιεράρχες θανατώθηκαν αλληλοδιαδόχως. Ο τραπεζίτης Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος απαγχονίστηκε. Όλοι οι Φαναριώτες, όσοι δεν πρόλαβαν να γλυτώσουν, ή φονεύθηκαν ή εξορίστηκαν στη Μικρά Ασία, για να φονευτούν οι περισσότεροι και εκεί. Ενώ οι ποινές συνεχίζονταν από τις επίσημες αρχές, ο όχλος ερεθιζόμενος από την κυβέρνηση και αυτός έκανε τις χειρότερες επιδρομές και επί διάστημα πολλών εβδομάδων στίφη καθοδηγούμενα από γενιτσάρους και ουλεμάδες διέτρεχαν την πόλη και τα περίχωρα του Βοσπόρου καταληστεύοντας και σφάζοντας τους Έλληνες. Στην Αδριανούπολη απαγχονίστηκε ο πρώην Πατριάρχης Κύριλλος και πολλοί προεστοί. Στη Θεσσαλονίκη ο επίσκοπος του μητροπολίτη και οι επισημότεροι κάτοικοι απαγχονίστηκαν, ενώ ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης απαγχονίστηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου διέμενε. Ίδια έγιναν και στη Λάρισα, Σμύρνη, Κυδωνίες, Κω, Ρόδο, Κρήτη και Κύπρο.


                       

• ΧΑΤΙ ΧΟΥΜΑΓΙΟΥΝ


  ΧΑΤΙ ΧΟΥΜΑΓΙΟΥΝ:
                            
                                 
     Το Χάτι Χουμαγιούν  ήταν το δεύτερο μείζον μεταρρυθμιστικό διάταγμα, εκδόθηκε κατά τη διάρκεια  μιας περιόδου κρίσης ( 18 Φεβρουαρίου 1856 ) ενάμιση μήνα πριν υπογραφεί στο Παρίσι η συνθήκη ειρήνης που τερμάτισε τον Κριμαϊκό πόλεμο. Το νέο αυτό διάταγμα δεν αρκούνταν στην επιβεβαίωση των μεταρρυθμιστικών αρχών του προηγούμενου διατάγματος του  1839, αλλά προσδιόριζε με σαφή τρόπο τα νέα μέτρα που έπρεπε να ληφθούν και χρησιμοποιούσε αρκετά ριζοσπαστική γλώσσα, μιλώντας μεταξύ άλλων για την κοινότητα των "πεπολιτισμένων εθνών", για την "πρόοδο" και τα "φώτα του πολιτισμού", ενώ δεν έκανε καμία μνεία στο ένδοξο παρελθόν της Αυτοκρατορίας.                                                                


Tο Χάτι Χουμαγιούν :

  •  έδινε μεγάλη έμφαση στην ισότητα όλων των υπηκόων της Αυτοκρατορίας σε ζητήματα φορολογίας
  •  στη συμμετοχή όλων  άνευ διακρίσεων στο υπαλληλικό σώμα και σε όλα τα διοικητικά και δικαστικά όργανα
  •  στην εισαγωγή στις στρατιωτικές σχολές και στην εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας, η οποία δε θα αποτελούσε πια προνόμιο και αποκλειστικό βάρος των μουσουλμάνων
  •  επαγγελλόταν εκ νέου την κατάργηση του ιλτιζάμ (φόρος)  και την αντικατάστασή του από ένα σύστημα άμεσης είσπραξης των φόρων
  •  όριζε  την κωδικοποίηση του ποινικού και του εμπορικού δικαίου
  •  οδήγησε στην ίδρυση τραπεζών
  •  έδωσε την  δυνατότητα σε αλλοδαπούς  να κατέχουν ακίνητη περιουσία εντός της Αυτοκρατορίας
  •  διευκόλυνε  την εισαγωγή ευρωπαϊκού κεφαλαίου
  • οδήγησε στην  ίδρυση μικτών δικαστηρίων για την εκδίκαση ποινικών και εμπορικών υποθέσεων ανάμεσα σε μουσουλμάνους και μη μουσουλμάνους.

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Βόσπορος

Βόσπορος
  Οι ακτές του πορθμού είναι πυκνοκατοικημένες, καθώς καταλαμβάνονται από την πόλη της Κωνσταντινούπολης (με μητροπολητικό πληθυσμό που ξεπερνά τα 12 εκατομμύρια κατοίκους), που εκτείνεται προς την ενδοχώρα και από τις δύο ακτές.
 Το αρχαιοελληνικό όνομα Βόσπορος αναλύεται ως βους (βόδι) + πόρος (πέρασμα), που αναφέρεται στην Ιώ από την Ελληνική μυθολογία που μεταμορφώθηκε σε αγελάδα και καταδικάστηκε να περιπλανιέται στη γη μέχρι που διέσχισε το Βόσπορο, όπου συνάντησε τον Προμηθέα. Αν και ήταν κάπως γνωστό ότι η Μαύρη Θάλασσα και η Θάλασσα του Μαρμαρά επικοινωνούσαν με ροή λόγω διαφοράς πυκνότητας, ευρήματα μιας μελέτης του Πανεπιστημίου του Ληντς τον Αύγουστο του 2010 αποκάλυψαν ότι στην πραγματικότητα υπάρχει ένα υποθαλάσσιο ρεύμα νερού μεγάλης πυκνότητας που ρέει στον πυθμένα του Βοσπόρου (οφειλόμενο στη διαφορά πυκνότητας των δύο θαλασσών) που θα ήταν ο έκτος μεγαλύτερος ποταμός στη Γη, αν ήταν στην ξηρά.
 Ο Βόσπορος φημίζεται ιδιαίτερα για τα παραλιακά κτίσματα (γιαλιά), που χτίστηκαν την Οθωμανική περίοδο και εκτείνονται κατά μήκος των Ευρωπαικών και Ασιατικών ακτών του πορθμού. Τις ακτές και τους λόφους του πορθμού κοσμούν επίσης Οθωμανικά ανάκτορα όπως τα Τοπ Καπί, Ντολμά Μπαχτσέ κ.α, μαζί με αξιοθέατα μνημεία και κτίρια, όπως η Αγία Σοφία, η Αγία Ειρήνη, το Μπλε Τζαμί, το Γενί Τζαμί, το Κιλίς Αλί Πασά Τζαμί, το Νουσρέτιγιε Τζαμί, το Ντολμά Μπαχτσέ Τζαμί, το Ορτάκιοϊ Τζαμί, το Ουσκουντάρ Μιχριμάχ Σουλτάν Τζαμί, το Γενί Βαλιντέ Τζαμί, ο Πύργος του Λέανδρου (Κιζ Καλεσί), ο Πύργος Γαλατά, το Κάστρο Γιόρος, οι Στρατώνες Σελίμιγιε, το Μουσείο Σακίπ Σαμπαντσί, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Κωνσταντινούπολης,την Ανώτερη Στρατιωτική Σχολή Κούλελι κ.α.

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ


 Με την αδιάκοπη διακονία του Οικουμενικού θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως και Μητέρας  Εκκλησίας των κατά τόπους  Ορθοδόξων  Εκκλησιών, η συνοδική συνείδηση της  Εκκλησίας εφαρμόστηκε πιο ολοκληρωμένα και διατυπώθηκε το δόγμα της πίστεως μας πριν από το μεγάλο σχίσμα με τη Ρωμαιοκαθολική  Εκκλησία το 1054 μ.Χ.  Ακόμα, αξιοποιήθηκε πιο συστηματικά ο πλούτος της πατερικής παραδόσεως για τη διαμόρφωση της θείας λατρείας, της ασκητικής εμπειρίας και της ορθοδόξου πνευματικότητας, προκειμένου να εξουδετερωθούν οι κατά καιρούς και κατά τόπους αναφυόμενες αιρέσεις.  Ετσι διαμορφώθηκε το κριτήριο της πατερικής και της κανονικής παραδόσεως και διαφυλάχτηκε ο γνήσια ορθοδόξος εκκλησιαστικός βίος.
 Με την προοπτική της ιεραποστολικής ευθύνης για την επέκταση του Ευαγγελικού λόγου της σωτηρίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναδείχτηκε και στη λειτουργία του Οικουμενικό και Μητέρα  Εκκλησία των κατά τόπους  Ορθοδόξων  Εκκλησιών. Δηλαδή αναδείχτηκε ο υπερτοπικός χαρακτήρας των κανονικών δικαίων και της τακτικής διοικητικής δικαιοδοσίας του Θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος προσδιόρισε και τον εξαιρετικό ρόλο του στην ιστορία όχι μόνο της  Ορθοδόξου  Εκκλησίας, αλλά και γενικότερα του χριστιανικού κόσμου.
  Ανέκαθεν ο  Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως συντόνιζε και εξέφραζε ως κεφαλή τη μαρτυρία όλων των τάξεων του ενιαίου εκκλησιαστικού σώματος, αφού δεν υπήρχε τακτικό συνοδικό όργανο για την αντιμετώπιση των σοβαρών ζητημάτων που ανέκυπταν.  Από τις αρχές του ΣΤ΄ αιώνα ο Πατριάρχης Κων/πόλεως αποκαλείται «Οικουμενικός», χαρακτηρισμός που εξέφραζε την οικουμενικότητα της ευθύνης και της διακονίας του «Πρώτου Θρόνου» της  Ορθοδόξου  Εκκλησίας και Μητέρας των κατά τόπους  Εκκλησιών, γι  αυτό και ανέλαβε ακόμη περισσότερες εκκλησιαστικές και πνευματικές ευθύνες σε πανορθόδοξο επίπεδο.  Η οικουμενική ευθύνη και διακονία του Πατριαρχείου Κων/πόλεως για την ενότητα της  Εκκλησίας στην ορθή πίστη και την αγάπη ενισχύθηκε από την αρμονική και ισόρροπη σχέση προς την οικουμενική προοπτική της αυτοκρατορίας. Χωρίς την υπεύθυνη αυτή διακονία και την ανύστακτη φροντίδα της  Αγίας του Χριστού Μεγάλης  Εκκλησίας για την ευστάθεια των κατά τόπους  Εκκλησιών η ορθόδοξος  Εκκλησία δεν θα εξήρχετο αλώβητη από την περιπέτεια των χαλεπών καιρών και δεν θα είχε την σημερινή ακτινοβολία και απήχηση στο σύγχρονο χριστιανικό κόσμο. Η εξαιρετική κανονική αυθεντία του Οικουμενικού Θρόνου και η υπεύθυνη άσκησή της σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο περιφρούρησαν την ακεραιότητα των κριτηρίων της ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας και διαμόρφωσαν τη σύγχρονη ταυτότητα της  Ορθοδόξου  Εκκλησίας. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ασκούσε ουσιαστικές δικαιοδοσίες στην ανάδειξη του αυτοκράτορα τόσο με την στέψη του στο Ναό της του Θεού Σοφίας, όσο και με τον έλεγχο της ασκήσεως της θεοδώρητης βασιλικής εξουσίας σύμφωνα με το θείο θέλημα.

Οικουμενικό Πατριαρχείο: Οθωμανική Κυριαρχία



Οθωμανική Κυριαρχία
Με την τραγική πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Οθωμανούς Τούρκους το 1453 η διαδικασία της προσαύξησης της δύναμης του Οικουμενικού Πατριάρχη επιταχύνεται. Ο Σουλτάνος ανέλαβε το ρόλο του Βυζαντινού Αυτοκράτορα και επένδυσε την εξουσία του με το κύρος του. Από το Σουλτάνο Μωάμεθ τον Πορθητή ο πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση Γεννάδιος Σχολάριος κατόρθωσε να εξασφαλίσει σημαντικές παραχωρήσεις για την Εκκλησία. Στον Πατριάρχη δόθηκε εξουσία όχι μόνο θρησκευτική αλλά και πολιτική ως ανώτατη αρχή όλων των ορθόδοξων λαών των υποκείμενων στους Τούρκους, συμπεριλαμβανομένων Σέρβων, Βουλγάρων, Αλβανών και Ελλήνων. Έτσι η ανασύσταση του Πατριαρχείου ήταν προϊόν της επιθυμίας για ενσωμάτωση των υπόδουλων χριστιανικών πληθυσμών εκ μέρους των Τούρκων. Πολύ νωρίς πάντως ετέθησαν σε αμφισβήτηση τα προνόμια του Πατριαρχείου-γύρω στα 1470- όταν κλήθηκε ο Γεννάδιος να εξηγήσει αν ο Χριστιανισμός ήταν μονοθεϊστική θρησκεία ή όχι και επομένως αν σε τελική ανάλυση δικαιούνταν οι χριστιανοί να έχουν αυτά τα προνόμια βάσει του μουσουλμανικού δικαίου προς τους λαούς της Βίβλου. Το 1474 το Πατριαρχείο εκδήλωσε την πρωτοβουλία να πληρώνει φόρο στο οθωμανικό δημόσιο, φόρο τον οποίο θα ήταν υποχρεωμένο να εισπράττει. Η τελευταία αυτή πρωτοβουλία ήταν προϊόν επιθυμίας αγκίστρωσης του Πατριαρχείου από το οθωμανικό δημόσιο και καλύτερης κατοχύρωσης της θέσης του έναντι των Οθωμανών. Πάντως προς την κατεύθυνση αυτή είχε αρχίσει να κινείται και ο Γεννάδιος όταν κατέβαλε χρηματικό ποσό στον Τούρκο δυνάστη ως ανταπόδοση για την παραχώρηση σε σε εκείνον ενός αξιώματος. Το Πατριαρχείο συνέβαλε στη συντήρηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς μαζί με την ορθόδοξη λειτουργική και εκκλησιαστική παράδοση. Εντούτοις, όταν ξέσπασε τελικά η ελληνική Επανάσταση το 1821 ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' υπό την πίεση του Σουλτάνου αφόρισε τους επαναστάτες. Παρά την ενέργειά του αυτή, την ημέρα του Πάσχα του 1821 απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχικού Οίκου, η οποία από τότε παραμένει σφραγισμένη.

Πηγή:Βικιπαίδεια 

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014


Μεγάλη του Γένους Σχολή (Φανάρι) Fener Rum Erkek Lisesi

 Η Μεγάλη του Γένους Σχολή (τουρκικά: Fener Rum Erkek Lisesi) είναι το αρχαιότερο 
εκπαιδευτικό ίδρυμα της Κωνσταντινούπολης. Ιδρύθηκε το 1454, όταν ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος κάλεσε τον φιλόσοφο Ματθαίο Καμαριώτη και του ανέθεσε να ανασυγκροτήσει την Πατριαρχική Ακαδημία, που είχε διαλυθεί στις παραμονές της Άλωσης. Το ίδρυμα αυτό αποτέλεσε τον πρόδρομο της Μεγάλης του Γένους Σχολής.
Από το 1454 λειτουργεί σχεδόν αδιαλείπτως, παρέχοντας υψηλού επιπέδου μόρφωση στους Έλληνες και όχι μόνο μαθητές της. Μεταξύ των αποφοίτων της περιλαμβάνονται οι γόνοι των  διαπρεπών Φαναριώτικων οικογενειών, πλήθος πατριαρχών και Ορθοδόξων Ιεραρχών, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Υψηλής Πύλης (ακόμη και Τούρκοι) μέχρι και πολιτικοί του  Νέου Ελληνικού κράτους. Σήμερα λειτουργεί ως σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο υπάγεται σαν μικτό -πλέον λύκειο της Ελληνικής Μειονότητας και είναι ενα απο τα τρια  εν λειτουργία λύκεια στην Τουρκία που εξυπηρετεί τις μειονοτικές ανάγκες στη Πόλη. Στα 500 χρόνια λειτουργίας του άλλαξε αρκετές φορές έδρα. Αρχικά λειτουργούσε εντός του Πατριαρχείου, που την εποχή εκείνη στεγαζόταν στο ναό των Αποστόλων και στην Παμμακάριστο.

Κατά καιρούς λειτούργησε σε διάφορες οικίες στο Φανάρι ή στα χωριά του Βοσπόρου.Επί πατριαρχίας Ιωακείμ Γ' αποφασίστηκε η ανέγερση μεγαλοπρεπούς κτιρίου, κοντά στην έδρα του Πατριαρχείου, που θα φιλοξενούσε τη Σχολή. Υπό τη διεύθυνση του Έλληνα αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Δημάδη οι εργασίες ολοκληρώθηκαν μέσα σε μια διετία (1881-1883).Η κατασκευή του κόστισε 17.210 Οθωμανικές λίρες και το κτηριακό συγκρότημα αποτελεί σήμα κατατεθέν του Κερατίου κόλπου, σύμβολο της χρυσής περιόδου του Ελληνισμού της Πόλης. 
Αποκαλείται δε συχνά από τους ντόπιους Κόκκινο Κάστρο ή Κόκκινο Σχολείο λόγω του 
χαρακτηριστικού σχεδίου και χρώματός του
ο 1952 και 1958 η Μεγάλη του Γένους Σχολή απέκτησε δύο ακίνητα, ένα μέσω δωρεάς και ένα μέσω αγοράς. Η απόκτηση του ακινήτου αμφισβητήθηκε από το Δημόσιο Ταμείο (Hazine) της Τουρκίας και μέσω Τουρκικού δικαστηρίου δικαιώθηκε επικαλούμενος απόφαση του Ανώτερου Ακυρωτικού Δικαστηρίου το 1974 κατά την οποία ιδρύματα της μειονότητα δεν μπορούν να αποκτούν ακίνητα. Το 1996 έγινε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνω Δικαιωμάτων και η Μεγάλη του Γένους Σχολή δικαιώθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2007. Με την απόφαση αυτή η Τουρκία υποχρεώθηκε να επιστρέψει τα ακίνητα και να καταβάλει αποζημίωση 890.000 ευρώ και 20.000 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα


Πατριαρχείο
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι η Έδρα της Ορθόδοξης Εκκλησίας και βρίσκεται στην περιοχή Φανάρι της Κωνσταντινούπολης. Στο Πατριαρχείο κατοικοεδρεύει ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος Α΄ ο οποίος είναι ο 270ς στην σειρά Πατριάρχης. Το Πατριαρχείο ιδρύθηκε το 331μ.Χ. όταν δηλαδή μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την Ρώμη στην Νέα Ρώμη - Κωνσταντινούπολη. Το 1599 θεμελιώθηκε και ο Ιερός Ναός του Αγίου Γεωργίου που αποτελεί τον κύριο λατρευτικό χώρο του Πατριαρχείου. Το Πατριαρχείο έδρευε όλα τα χρόνια στο Φανάρι πλην της περιόδου 1204 μέχρι 1261 οπότε η Πόλη είχε αλωθεί και κατακτηθεί από τους Λατίνους. Η Έδρα μετοίκησε προσωρινά στην Νίκαια της Βιθυνίας μέχρι που οι Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζαντινή) επανέκτησε την Πόλη. Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 από τους Τούρκους το Πατριαρχείο αναγνωρίστηκε ως ο πολιτικός εκπρόσωπος των Χριστιανικών υπόδουλων εθνών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με αυτόν τον τρόπο ο Πατριάρχης υπεράσπιζε τα δικαιώματα αυτών των λαών στην Υψηλή Πύλη αλλά και η Υψηλή Πύλη έλεγχε τους λαούς αυτούς μέσω πιέσεων στον Πατριάρχη. Για παράδειγμα, ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' αφόρισε την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ωστόσο οι Οθωμανοί αποφάσισαν να τον θανατώσουν δια απαγχονισμού για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης όπως θα λέγαμε σήμερα. Ο Γρηγόριος απαγχονίστηκε από την κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, η οποία παρέμεινε κλειστή μέχρι και σήμερα σε ανάμνηση του τραγικού γεγονότος. 





Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως

α. Η ιστορία του
Μετά τη Β' Οικουμενική Σύνοδο (381 μ.Χ.) η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης απέκτησε το κύρος του «πρώτου θρόνου» ανάμεσα στις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες της Ανατολής. Ο εξαιρετικά σημαντικός ρόλος της πρωτεύουσας, ως κεφαλής της αυτοκρατορίας, έδωσε αίγλη και στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης, ο επίσκοπος της οποίας ονομάστηκε, ήδη από τον 4ο αιώνα, «Αρχιεπίσκοπος», δηλαδή «πρώτος εκ των επισκόπων».
Η Δ' Οικουμενική Σύνοδος (451 μ.Χ.) με ορισμένους κανόνες της αναγνώρισε στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης τα πρεσβεία τιμής έναντι των άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών και το ρόλο της ως εγγυητή της ενότητας των Ορθοδόξων. Γι' αυτό το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης απέκτησε τον τίτλο του «Οικουμενικού», επειδή έχει την «οικουμενική ευθύνη» της Ορθοδοξίας.

β. Ο ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη σύγχρονη Ορθοδοξία
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης είναι η Εκκλησία-μητέρα προς την οποία οφείλουν όλες οι υπόλοιπες Ορθόδοξες Εκκλησίες να τρέφουν σεβασμό. Tο Oικουμενικό Πατριαρχείο πραγματώνει την ύψιστη αλήθεια του ορθόδοξου ήθους: σέβεται την ιδιαιτερότητα της κάθε τοπικής Oρθόδοξης Eκκλησίας και ασκεί πνευματική και όχι κοσμική εξουσία.
Πάντως, οι ορθόδοξοι στο σημερινό κόσμο τόσο απέναντι στους ετεροδόξους όσο και απέναντι στους αλλόθρησκους, οφείλουν να κινηθούν με άξονα το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο αποτελεί το «συντονιστή» και «εγγυητή» της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο.

Όνομα:Κουκουρή Ιωάννα
Πηγές:Βιβλίο Θρησκευτικών Γ’ Γυμνασίου



Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Οικουμενικό Πατριαρχείο

Το Οικ. Πατριαρχείο βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη και συγκεκριμένα στην περιοχή όπου ονομάζεται Φανάρι.Η ιστορία του αρχίζει από το 325 μ. Χ., όταν έγιναν τα επίσημα εγκαίνια της ιδρύσεως της Κων/πόλεως και ανακηρύχθηκε ως πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία ήταν συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που μέχρι την ίδρυση της Κων/πόλεως, είχε ως πρωτεύουσα τη Ρώμη. Από τότε η αρχαία, αλλά μικρή πόλη Βυζάντιο (είχε ιδρυθεί από τον Μεγαρέα Βύζαντα το 658 π.Χ., γι' αυτό και πήρε το όνομά του μετατράπηκε σε μεγαλοπρεπή πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον Κωνσταντίνο τον Μέγα (313-337μ.Χ.), τον οποίο η Εκκλησία μας ανακήρυξε σε άγιο και τον αποκαλεί Ισαπόστολο. Γι' αυτό και η νέα πρωτεύουσα πήρε το όνομα του ιδρυτή της και ονομάστηκεΚωνσταντινούπολη.  
Το νέο Οικ. ΠατριαρχείοΤο δε Οικ. Πατριαρχείο απετέλεσε, κατά τη διάρκεια της μακράς του ζωής, το Κέντρο, αλλά και το σωματοφύλακα της θρησκευτικής και εθνικής ζωής του Γένους των Ρωμαίων , αλλά και όλων των Ορθοδόξων Λαών της περιοχής μέχρι τις μέρες μας.Ως γνωστό, η Χριστιανική Εκκλησία είναι δυστυχώς χωρισμένη, ήδη από το 1054 όταν επήλθε το λεγόμενο Σχίσμα, στην Ανατολική Ορθόδοξη και στη Δυτική Εκκλησία. Η Δυτική μάλιστα είναι και πάλι χωρισμένη, στη λεγόμενη Ρωμαιοκαθολική, με έδρα το Βατικανό (Ρώμη), και στις διάφορες άλλες Διαμαρτυρόμενες Εκκλησίες, την Αγγλικανική, τις Προτεσταντικές Εκκλησίες και άλλες θρησκευτικές ομάδες. Εμείς ανήκουμε στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία είναι μεν ενωμένη σε όλα τα θέματα που αφορούν την πίστη, διακρίνεται όμως, για καθαρά διοικητικούς και ιστορικούς λόγους, σε Πατριαρχεία και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, τα οποία κατατάσσονται ιεραρχικά όπως στην πιο κάτω σειρά:
1 Ήταν και το Πατριαρχείο Ρώμης, το οποίο όμως διέκοψε την πλήρη κοινωνία με τα Πατριαρχεία της Ανατολής, κατά τοΣχίσμα του 1054).
                                                                                                       





Τα πιο πάνω τέσσερα Πατριαρχεία ονομάζονται πρεσβυγενή, γιατί ήταν τα πρώτα που οργανώθηκαν σε διοικητικά ανεξάρτητες η μία από την άλλη Εκκλησίες, αλλά πάντοτε σύμφωνες σε όλα τα θέματα που αφορούν την πίστη και τη λατρεία.
5. Η Εκκλησία της Ρωσίας, με έδρα τη Μόσχα και Αρχηγό τον Μακαριότατο Πατριάρχη Μόσχας και Πάσης Ρωσίας κ.κ. Αλέξιο.
6. Η Εκκλησία της Σερβίας, με έδρα το Βελιγράδι της Γιουγκοσλαβίας και Αρχηγό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Πεκίου, Μητροπολίτη Βελιγραδίου και Καρλοβικίου και Πατριάρχη των Σέρβων κ.κ. Παύλο.
7. Η Εκκλησία της Ρουμανίας, με έδρα το Βουκουρέστι της Ρουμανίας και Αρχηγό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Βουκουρεστίου, Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας και Πατριάρχη Ρουμανίας και Τοποτηρητή του θρόνου της Καισαρείας Καππαδοκίας κ.κ. Θεόκτιστο,
8. Η Εκκλησία της Βουλγαρίας, με έδρα την Σόφια και Αρχηγό τον Μακαριότατο Μητροπολίτη Σόφιας και Πατριάρχη Πάσης Βουλγαρίας κ.κ. Μάξιμο.
9. Η Εκκλησία της Γεωργίας, με έδρα την Τιφλίδα της Γεωργίας και Αρχηγό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Μιτσχέτης και Τιφλίδας και Καθολικό Πατριάρχη Πάσης Γεωργίας κ.κ. Ηλία.
10. Η Εκκλησία Κύπρου, με έδρα την Λευκωσία και Αρχηγό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Νέας Ιουστινιανής και Πάσης Κύπρου κ. Χρυσόστομο.
11. Η Εκκλησία της Ελλάδος, με έδρα την Αθήνα και Αρχηγό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο.
12. Η Εκκλησία της Πολωνίας, με έδρα την Βαρσοβία της Πολωνίας και Αρχηγό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Βαρσοβίας και Πάσης Πολωνίας κ. Σάββα.
13. Η Εκκλησία της Αλβανίας, με έδρα τα Τίρανα της Αλβανίας και Αρχηγό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Τιράνων και Πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιο.
14. Η αυτόνομος Εκκλησία Τσεχίας και Σλοβακίας, με έδρα την Πράγα της Τσεχίας και Προϊστάμενο τον Σεβασμιότατο Αρχιεπίσκοπο Πράγας και Μητροπολίτη Τσεχίας και Σλοβακίας κ. Δωρόθεο.
15. Η αυτόνομος Αρχιεπισκοπή Φινλανδίας, με έδρα το Kuopio της Φινλανδίας και Προϊστάμενο τον Σεβασμιότατο Αρχιεπίσκοπο Καρελίας και Πάσης Φινλανδίας κ.Ιωάννη.
Όπως είπαμε, τα πιο πάνω Πατριαρχεία και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες είναι όλα τους αυτοδιοικούμενα, ανήκουν όμως σε μία οικογένεια, την Ορθόδοξη Εκκλησία, και αναγνωρίζουν σαν πρώτο μεταξύ ίσων τον Οικουμενικό Πατριάρχη και Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης κ.κ. Βαρθολομαίο, ο οποίος θεωρείται και ως οΑρχηγός της Ορθοδοξίας σε όλη την Οικουμένη.  
Η αίθουσα των Πατριαρχών.Στο βάθος η αίθουσα του ΘρόνουΤο τιμητικό αυτό προβάδισμα, τα πρεσβεία όπως λέγεται στην εκκλησιαστική γλώσσα, δόθηκε στον Αρχιεπίσκοπο Κων/πόλεως ήδη από το 381 κατά την εν Κωνσταντιπόλει Β' Οικουμενική Σύνοδο με τον 3ο Κανόνα της. Η απόφαση της Β' Οικουμενικής Συνόδου ενισχύθηκε με Κανόνα της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, η οποία πραγματοποιήθηκε το 451στην Χαλκηδόνα, προάστιο  στην Ασιατική ακτή της Κων/πόλεως. Η θέση αυτή ισχυροποιήθηκε και επιβλήθηκε στις συνειδήσεις όλων των Ορθοδόξων, κυρίως χάρη στο γεγονός ότι η Κωνσταντινούπολη υπήρξε η πρωτεύουσα της λεγομένης Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την οποία σήμερα κακώς ονομάζουμε Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Σ' αυτήν ανήκαν επίσης και όλες οι άλλες χώρες όπου βρίσκονταν τα υπόλοιπα πρεσβυγενή Πατριαρχεία